Συγγραφέας/είς: Κώστας Κοσμάτος
Περιοδικό/έντυπο: NOVA CRIMINALIA – Περιοδική έκδοση της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων τ. 14, Δεκέμβριος 2021, σε https://hcba.gr/wp-content/uploads/2022/01/NC-14.pdf
Σκέψεις για το διαχρονικό δίκαιο στο πεδίο του σωφρονιστικού δικαίου
Κώστας Κοσμάτος, Επίκ. Καθηγητής Νομικής ΔΠΘ
Ι. Όπως ήδη αναπτύχθηκε σε προηγούμενο σημείωμά μας[1], με τον Ν 4760/2020 τροποποιήθηκαν, επί το αυστηρότερο, οι προϋποθέσεις χορήγησης τακτικών αδειών των κρατουμένων που εκτίουν ποινές κάθειρξης άνω των 10 ετών.
Ενόψει των τροποποιήσεων αυτών, το ζήτημα που προκύπτει σήμερα στην πράξη είναι το καθεστώς που θα πρέπει να διέπει όσους ήταν ήδη (μέχρι τη θέσπιση του Ν 4760/2020) κρατούμενοι με ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης άνω των 10 ετών. Η κατηγορία αυτή των κρατουμένων αριθμεί διαχρονικά τουλάχιστον το 40% επί του συνόλου των κρατουμένων στη χώρα μας. Σημειώνεται ότι ένα μεγάλο μέρος από την κατηγορία αυτή των κρατουμένων αυτών ήδη λάμβαναν τακτικές άδειες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 55 ΣωφρΚ (πριν την τροποποίησή του με το Ν 4760/2020).
ΙΙ. Το παραπάνω ζήτημα δεν προκύπτει για πρώτη φορά στη χώρα μας. Χρήσιμο είναι να υπενθυμίσουμε ότι ανάλογη αυστηροποίηση των προϋποθέσεων για την χορήγηση τακτικής άδειας έχει προβλεφθεί και στο παρελθόν και ειδικότερα:
α) Σε περιπτώσεις καταδίκων για διακίνηση ναρκωτικών, οι οποίοι είχαν καταδικαστεί σε ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης, με πρόβλεψη για πραγματική έκτιση των δύο πέμπτων της ποινής ή είχαν καταδικαστεί για εγκλήματα διακίνησης ναρκωτικών σε ισόβια κάθειρξη, με πρόβλεψη για πραγματική έκτιση τουλάχιστον δέκα ετών (με το άρθρο 2 Ν 2943/2001, ΦΕΚ Α’ 203). Η παραπάνω διαφοροποίηση, ωστόσο, περιορίστηκε στις περιπτώσεις της κάθειρξης, η οποία επιβλήθηκε για εγκλήματα που προβλέπονται μόνο στις επιβαρυντικές περιστάσεις των άρθρων 23 και 23Α του νόμου περί ναρκωτικών – Ν 3459/2006 (με το άρθρο 21 Ν 3727/2008, ΦΕΚ Α’ 257).
β) Σε περιπτώσεις καταδίκων για θανατηφόρα ληστεία (άρθρο 380 παρ. 2 του Ποινικού Κώδικα), με πρόβλεψη για πραγματική έκτιση των δύο πέμπτων της ποινής (άρθρο 77 Ν 4139/2013). Σημειώνεται ότι η διάταξη αυτή είναι ακόμα σε ισχύ.
γ) Σε περιπτώσεις καταδίκων για τα εγκλήματα των άρθρων 134, 135, 135Α, 138, 187Α, 299, 380 παρ. 2 και 385 παρ. 1 περ. α΄ ΠΚ, εφόσον τελούνται στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης, με πρόβλεψη για χορήγηση τακτικής άδειας δύο έτη πριν τη συμπλήρωση είκοσι ετών πραγματικής έκτισης της ποινής, προκειμένου για ποινή ισόβιας κάθειρξης, και των 3/5 πραγματικής έκτισης της ποινής, προκειμένου για ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης (άρθρο 1 παρ. 12 Ν 4274/2014, ΦΕΚ Α’ 147). Η διάταξη αυτή καταργήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 Ν 4322/2015 (ΦΕΚ Α’ 42).
III. Η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου έχει ασχοληθεί με το ζήτημα του διαχρονικού δικαίου που προέκυπτε από τις παραπάνω νομοθετικές μεταβολές στο πεδίο των αδειών των κρατουμένων. Ειδικότερα:
α) Αρχικά, με τις τροποποιήσεις του Ν 2943/2001, η ΓνωμΕισΑΠ 5/2001 (Δ. Κατσιρέας) δέχθηκε ότι «οι προβλέπουσες την χορήγηση αδειών στους κρατούμενους διατάξεις των άρθρων 54 επ. του Σωφρονιστικού Κώδικα δεν αφορούν θέματα ουσιαστικού ποινικού δικαίου, αλλά ρυθμίζουν ζητήματα διοικήσεως των φυλακών, σχετικά με τη διαβίωση των κρατουμένων, αποσκοπούσες, όπως προκύπτει και από τον τίτλο του έβδομου κεφαλαίου (άρθρο 51 επ.) του Σωφρονιστικού Κώδικα, στην επικοινωνία των κρατουμένων με το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον». Ως εκ τούτου, οι διατάξεις για τις άδειες των κρατουμένων δεν υπάγονται στο πεδίο του ουσιαστικού ποινικού δικαίου, ώστε να έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 2 ΠΚ. Σημειώνεται ότι η τελική λύση για το ζήτημα δόθηκε νομοθετικά, με το άρθρο 14 παρ. 2 Ν 2993/2002, με το οποίο ορίστηκε ότι οι διατάξεις του Ν 2943/2001 εφαρμόζονται μόνο για πράξεις που τελέστηκαν μετά την έναρξη ισχύος του (12.9.2001).
β) Ακριβώς αντίθετη με την παραπάνω προσέγγιση είχε η ΓνωμοδΕισΑΠ 6/2013 (Γ. Παντελής), ενόψει της νομοθετικής μεταβολής του Ν 4139/2013 ( για το αδίκημα της θανατηφόρας ληστείας), στην οποία σημειώνεται ότι «και μετά την τροποποίηση του άρ. 55 Ν. 2776/1999 με το άρ. 77 Ν. 4139/2013, έχουν εφαρμογή οι ευμενέστερες για τους κρατούμενους διατάξεις, δηλαδή οι κρατούμενοι στους οποίους χορηγούντο άδειες εφ` όσον είχαν εκτίσει το 1/5 της ποινής τους, θα συνεχίσουν να παίρνουν με το ίδιο καθεστώς και μετά τον ισχύ του Ν. 4139/2013». Η θέση που εκφράστηκε στην εν λόγω Γνωμοδότηση, παρότι δεν έγινε ρητή μνεία ούτε στο άρθρο 7 παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο απαγορεύει την αναδρομική εφαρμογή δυσμενέστερης διάταξης, ούτε όμως και στο άρθρο 2 παρ. 1 ΠΚ, το οποίο επιβάλλει τη σε κάθε περίπτωση εφαρμογή του επιεικέστερου νόμου, υιοθέτησε την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων προκειμένου να οδηγηθεί στην κρίση περί εφαρμογής της προϊσχύουσας επιεικέστερης για τον κρατούμενο διάταξης.
γ) Για την παρούσα τροποποίηση του Ν 4760/2020 εκδόθηκε η ΓνωμΕισΑΠ 8/2021 (Λ. Σοφουλάκης), με την οποία υποστηρίζεται ότι «δεν υπάρχει έδαφος νομικής σκέψης περί εφαρμογής ευμενέστερων διατάξεων βάσει της γενικής αρχής του άρθρου 2 παρ. 1-2 ΠΚ, δεδομένου ότι οι θεσπιζόμενοι σωφρονιστικού και λοιποί ρυθμιστικού χαρακτήρα κανόνες διαβίωσης των κρατουμένων, ως και αυτές που πραγματεύονται τα περί χορήγησης άδειας τούτων, δεν συνιστούν επ’ ουδενί ουσιαστικούς ποινικούς νόμους, κατά την έννοια του άρθρου 1 ΠΚ, για να μπορεί να γίνει λόγος περί υπαγωγής αυτών στην άνω έννοια του άρθρου 2 παρ. 1-2 ΠΚ».
ΙV. Προκειμένου λοιπόν να απαντηθούν τα αναφύοντα ζητήματα διαχρονικού δικαίου, βασική προϋπόθεση αποτελεί ο προσδιορισμός της φύσης του θεσμού των αδειών των κρατουμένων. Για την ουσιαστική απάντηση του ερωτήματος αυτού θα πρέπει να συνεκτιμηθούν τα εξής:
α) Όπως είναι γνωστό, η έννοια της «ποινής» εμφανίζεται σε τρία επίπεδα, τα οποία διακρίνονται χρονικά: στην ποινική απειλή (απειλούμενη ποινή), στην εξατομίκευσή της (επιβαλλόμενη ποινή) και στην τελική κύρωση (εκτιόμενη ποινή). Το ποινικό φαινόμενο ολοκληρώνεται με την ολοσχερή έκτιση και την ολοκληρωτική απότιση της ποινής που επιβλήθηκε, και για τον λόγο αυτό, άλλωστε, οι τρόποι έκτισης της ποινής όπως η αναστολή, η μερική αναστολή και η υφ’ όρον απόλυση ρυθμίζονται από τον Ποινικό Κώδικα, παρότι η τελευταία ανήκει παράλληλα και στο γνωστικό πεδίο της Σωφρονιστικής.
β) Ως προς τη φύση του θεσμού των αδειών των κρατουμένων, μία πρώτη κατεύθυνση φαίνεται πως δίνει ο ίδιος ο Σωφρονιστικός νομοθέτης, αφού στο άρθρο 54 παρ. 2 ΣωφρΚ έχει προβλέψει, ήδη από τη θέσπιση του ν. 2776/1999, ότι η διάρκεια της άδειας συνιστά χρόνο έκτισης της ποινής.
γ) Ο θεσμός των αδειών των κρατουμένων ασφαλώς και δεν αναφέρεται στην «διοίκηση των φυλακών» ή σε «ρυθμιστικού χαρακτήρα κανόνες διαβίωσης των κρατουμένων», όπως είναι για παράδειγμα η διαδικασία εισαγωγής των κρατουμένων στο κατάστημα κράτησης (άρθρο 21 ΣωφρΚ), ή η διατροφή και το πρόγραμμα του συσσιτίου (άρθρο 32 ΣωφρΚ), ή η οργάνωση μορφωτικών προγραμμάτων για τους κρατούμενους (άρθρο 34 ΣωφρΚ). Για τον λόγο αυτό, η χορήγηση τακτικής άδειας απαιτεί απόφαση από το Πειθαρχικό Συμβούλιο της φυλακής, στο οποίο προεδρεύει δικαστικός λειτουργός (άρθρο 70 ΣωφρΚ)
δ) Η συγγένεια των θεσμών της υφ’ όρον απόλυσης και των αδειών των κρατουμένων είναι πρόδηλη. Πρόκειται για δύο θεσμούς που εντάσσονται στην ελαστικότητα της ποινής και αφορούν εναλλακτικούς τρόπους έκτισης της στερητικής της ελευθερίας ποινής σε ελεύθερο περιβάλλον, με επιτήρηση και με διάχυτο τον δικαστικό τους έλεγχο (αρ. 85-86 ΣωφρΚ). Μάλιστα, η χορήγηση αδειών και η χρήση τους αποτελούν βασικό εμπειρικό στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη για την κρίση στις περιπτώσεις της υφ’ όρον απόλυσης των κρατουμένων. Οι άδειες αποτελούν με λίγα λόγια ένα προστάδιο, μία προετοιμασία του κρατούμενου, για τη χορήγηση της απόλυσης υπό όρο. Είναι, λοιπόν, επιβεβλημένη η κοινή αντιμετώπιση των δύο θεσμών.
V. Με βάση τα παραπάνω, το συμπέρασμα στο οποίο μπορεί να καταλήξει κανείς είναι ότι πράγματι οι άδειες αποτελούν έναν τρόπο έκτισης της ποινής. Έτσι, παρότι από συστηματικής άποψης δε ρυθμίζεται στον Ποινικό Κώδικα, τούτο δεν σημαίνει ότι τούτος βρίσκεται εκτός του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 7 παρ. 1 του Συντάγματος και του άρθρου 2 του Ποινικού Κώδικα. Ενισχυτικά επιχειρήματα της άποψης αυτής είναι τα εξής:
α) Η αδυναμία χορήγησης τακτικής άδειας σε κρατουμένους που λάμβαναν τούτη μέχρι τη θέσπιση του Ν 4760/2020, λόγω της αλλαγής του θεσμικού πλαισίου και όχι εξαιτίας κακής χρήσης της, δεν έχει ως αφετηρία την ομοιόμορφη και χωρίς διακρίσεις μεταχείριση των κρατουμένων. Αντίθετα, δημιουργεί «κατηγορίες» μεταξύ των κρατουμένων, με πιθανό αποτέλεσμα τις εντάσεις και τη βία εντός των καταστημάτων κράτησης. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι, όπως προαναφέρθηκε, και με την ισχύουσα ρύθμιση για τις περιπτώσεις καταδίκων σε πρόσκαιρη κάθειρξη για θανατηφόρο ληστεία (άρθρο 380 παρ. 2 του Ποινικού Κώδικα), προβλέπεται μεγαλύτερος χρόνος πραγματικής έκτισης της ποινής (2/5 αντί 3/10) για την θεμελίωση δικαιώματος για λήψη τακτικής άδειας, συνεπώς η φερόμενη ως ομοιομορφία στην έκτιση της ποινής αναιρείται από την ίδια τη νομοθετική ρύθμιση. Έτσι, ένας κατάδικος σε ποινή κάθειρξης 5 ετών για θανατηφόρα ληστεία θα λάβει στον ίδιο χρόνο άδεια με άλλον κατάδικο για ανθρωποκτονία από πρόθεση ή βιασμό που έχει καταδικαστεί σε ποινή κάθειρξης 8 ετών.
β) Η ρυθμιστική εμβέλεια των διατάξεων του άρθρου 7 παρ. 1 του Συντάγματος και του άρθρου 15 παρ. 1 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα εκτείνεται σε όλο το φάσμα της ποινής, συνεπώς και κατά στάδιο της έκτισής της. Ως εκ τούτου, η συμβολή τους στην ερμηνεία των πρόσφατων διατάξεων για τις άδειες των κρατουμένων είναι καθοριστική. Σε ένα Κράτος Δικαίου, η αρχή της νομιμότητας που διέπει το ποινικό σύστημα δεν μπορεί να έχει εφαρμογή μόνο στο πεδίο της απειλής και επιβολής της ποινής, αλλά να μην διαπνέει το πιο καίριο σημείο της, αυτό της έκτισης της ποινής.
γ) Οι άδειες των κρατουμένων αποτελούν ένα «πρώτο κατώφλι» ημιελευθερίας τους και βασικό κίνητρο για την ομαλή διαβίωσή τους στο κατάστημα κράτησης. Η αύξηση των προϋποθέσεων στη χορήγηση τακτικών αδειών είναι βέβαιο ότι θα ενισχύσει την συμφόρηση των καταστημάτων κράτησης στη χώρα μας, ενώ περαιτέρω δημιουργεί «κατηγορίες» μεταξύ των κρατουμένων, με πιθανό αποτέλεσμα τη δημιουργία εντάσεων που μπορεί να διασαλεύσει την εύρυθμη λειτουργία των καταστημάτων κράτησης.
[1] Κ. Κοσμάτου, Οι άδειες των κρατουμένων μετά τον Ν 4760/2020, NOVA CRIMINALIA τ. 12, Φεβρουάριος 2021, https://hcba.gr/wp-content/uploads/2021/02/NC-12-2.pdf