Αριθμός 1143/2018
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
E’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Χυτήρογλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεώργιο Παπαηλιάδη – Εισηγητή, Ναυσικά Φράγκου, Βασιλική Ηλιοπούλου και Βασιλική Μπαζάκη – Δρακούλη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Μαρτίου 2018, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανάσιου Ακριτίδη, (κωλυομένης της Εισαγγελέως) και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Κ. Α. του Α., κατοίκου …, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσνταντίνο Κοσμάτο, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 3179/2017 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Θεσσαλονίκης.
Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 9-02-2018 και με αριθμό εκθέσεως …2018 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό …2018.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 9-2-2018 και με αριθμό εκθέσεως …-2018 αίτηση του Κ. Α. του Α. και Ε., κατοίκου … (οδός …), για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 3179/2017 καταδικαστικής αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα. Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ’ ουσία.
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτουμένη, από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ., ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας στοιχειοθετεί λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του Κ.Π.Δ., όταν αναφέρονται σε αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για την συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις από τις οποίες αυτό συνήγαγε τα περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των σχετικών περιστατικών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφαρμόσθηκαν. Για την ύπαρξη ειδικής αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία υπάρχει και στην περίπτωση που το σκεπτικό της αποφάσεως εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της, το οποίο, όμως, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχει και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να είναι περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού της. Η ύπαρξη του δόλου δεν απαιτεί, κατ’ αρχή, ιδιαίτερη αιτιολόγηση, επειδή αυτή ενυπάρχει στην θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και εκδηλώνεται, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, με την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών, εκτός αν πρόκειται για ενδεχόμενο δόλο ή ο νόμος αξιώνει για το αξιόποινο της πράξεως πρόσθετα στοιχεία, όπως η τέλεσή της με γνώση ορισμένου περιστατικού ή ο σκοπός επελεύσεως συγκεκριμένου προσθέτου αποτελέσματος. Ειδικά, ως προς τα αποδεικτικά μέσα που έλαβε υπόψη το δικαστήριο για την καταδικαστική κρίση του, για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί ο προσδιορισμός, ως προς το είδος τους, χωρίς να απαιτείται και αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα χωριστά. Απαιτείται, πάντως, να προκύπτει ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε το περιεχόμενο όλων των αποδεικτικών μέσων στο σύνολό τους, και όχι μόνο μερικά από αυτά επιλεκτικά ή αποσπασματικά. Δεν αποτελεί, όμως, λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη στάθμιση των μαρτυρικών καταθέσεων, η παράλειψη αξιολογήσεως και αναφοράς κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη συσχετίσεως των αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους, αφού στις περιπτώσεις αυτές, υπό την επίφαση την έλλειψη αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση για την ουσία της υποθέσεως. Τέλος, η υπέρβαση εξουσίας που ιδρύει τον, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η’ του Κ.Π.Δ., λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν το δικαστήριο άσκησε δικαιοδοσία που δεν του δίνει ο νόμος. Η υπέρβαση εξουσίας απαντάται είτε ως θετική είτε ως αρνητική. Θετική υπέρβαση εξουσίας υπάρχει όταν το δικαστήριο αποφάσισε για ζήτημα που δεν υπάγεται στην δικαιοδοσία του, ενώ αρνητική, όταν παρέλειψε να αποφασίσει για ζήτημα που είχε υποχρέωση στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του (Α.Π. 1939/2017, Α.Π. 1023/2016). Στην προκειμένη περίπτωση, το Β’ Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό της προσβαλλομένης υπ’ αριθμ. 3179/2017 καταδικαστικής αποφάσεώς του, μετά από την εκτίμηση και την αξιολόγηση των αποδεικτικών μέσων που μνημονεύονται, κατά το είδος τους, δέχθηκε κατά την ανέλεγκτη, ως προς τα πράγματα, κρίση του, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: “Στην Θεσσαλονίκη εντός του έτους 2007 (όπως αναλυτικά προσδιορίζεται πιο κάτω) με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ως εταίρος και διαχειριστής της ομόρρυθμης εταιρείας, με την επωνυμία “… Ο.Ε.”, αποδέχθηκε εικονικά φορολογικά στοιχεία με το να παραλάβει τα δελτία αποστολής-τιμολόγια πώλησης, που αναφέρονται πιο κάτω από τον Ν. Ε. και τα οποία ακολούθως ο ίδιος (ο κατηγορούμενος) καταχώρησε στα λογιστικά βιβλία της εταιρείας “… Ο.Ε.”. Ωστόσο, τα φορολογικά αυτά στοιχεία αφορούσαν ανύπαρκτες συναλλαγές και ειδικότερα πωλήσεις και παραδόσεις εμπορευμάτων (ανταλλακτικά εξαρτήματα φορτηγών οχημάτων) από την εκδότρια των φορολογικών στοιχείων επιχείρηση του Ν. Ε. προς την εταιρεία “… Ο.Ε.” και ως εκ τούτου είναι εικονικά. Τα φορολογικά στοιχεία ως προς τον αριθμό, χρόνο έκδοσης και αποδοχής, αξία συναλλαγής, αξία Φ.Π.Α. έχουν ως εξής: α) δελτίο αποστολής-τιμολόγιο πώλησης σειράς β’ …1-2007, αξίας 9.800 ευρώ + 1.862 ευρώ Φ.Π.Α. = 11.662 ευρώ, β) δελτίο αποστολής-τιμολόγιο πώλησης σειράς β’ …2-2007, αξίας 6.800 ευρώ + 1.292 ευρώ Φ.Π.Α. = 8.092 ευρώ, γ) δελτίο αποστολής …10-2007 με το αντίστοιχο τιμολόγιο πώλησης …10-2007, αξίας 9.520 ευρώ + 1.808,80 ευρώ Φ.Π.Α. = 11.328,80 ευρώ, δ) δελτίο αποστολής …10-2007 με το αντίστοιχο τιμολόγιο πώλησης …10-2007, αξίας 7.000 ευρώ + 1.330 ευρώ Φ.Π.Α. = 8.330 ευρώ, ε) δελτίο αποστολής …-11-2007 με το αντίστοιχο τιμολόγιο πώλησης …11-2007, αξίας 8.500 ευρώ + 1.615 ευρώ Φ.Π.Α. = 10.115 ευρώ και στ) δελτίο αποστολής …11-2007 με το αντίστοιχο τιμολόγιο πώλησης, αξίας 10.800 ευρώ + 2.052 ευρώ Φ.Π.Α. = 12.852 ευρώ, ήτοι συνολικής αξίας με τον αναλογούντα Φ.Π.Α. 61.379,80 ευρώ”. Μετά ταύτα το δικαστήριο της ουσίας και υπό τις παραδοχές αυτές κήρυξε τον κατηγορούμενο-αναιρεσείοντα ένοχο, κατά πιστή μεταφορά, του ότι: “Στην Θεσσαλονίκη εντός του έτους 2007 (όπως αναλυτικά προσδιορίζεται πιο κάτω) με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ως εταίρος και διαχειριστής της ομόρρυθμης εταιρείας, με την επωνυμία “… Ο.Ε.”, αποδέχθηκε εικονικά φορολογικά στοιχεία με το να παραλάβει τα δελτία αποστολής-τιμολόγια πώλησης, που αναφέρονται πιο κάτω από τον Ν. Ε. και τα οποία ακολούθως ο ίδιος (ο κατηγορούμενος) καταχώρησε στα λογιστικά βιβλία της εταιρείας “… Ο.Ε.”. Ωστόσο, τα φορολογικά αυτά στοιχεία αφορούσαν ανύπαρκτες συναλλαγές και ειδικότερα πωλήσεις και παραδόσεις εμπορευμάτων (ανταλλακτικά εξαρτήματα φορτηγών οχημάτων) από την εκδότρια των φορολογικών στοιχείων επιχείρηση του Ν. Ε. προς την εταιρεία “… Ο.Ε.” και ως εκ τούτου είναι εικονικά. Τα φορολογικά στοιχεία ως προς τον αριθμό, χρόνο έκδοσης και αποδοχής, αξία συναλλαγής, αξία Φ.Π.Α. έχουν ως εξής: α) δελτίο αποστολής-τιμολόγιο πώλησης σειράς β’ …1-2007, αξίας 9.800 ευρώ + 1.862 ευρώ Φ.Π.Α. = 11.662 ευρώ, β) δελτίο αποστολής-τιμολόγιο πώλησης σειράς β’ …2-2007, αξίας 6.800 ευρώ + 1.292 ευρώ Φ.Π.Α. = 8.092 ευρώ, γ) δελτίο αποστολής …10-2007 με το αντίστοιχο τιμολόγιο πώλησης …10-2007, αξίας 9.520 ευρώ + 1.808,80 ευρώ Φ.Π.Α. = 11.328,80 ευρώ, δ) δελτίο αποστολής …10-2007 με το αντίστοιχο τιμολόγιο πώλησης …10-2007, αξίας 7.000 ευρώ + 1.330 ευρώ Φ.Π.Α. = 8.330 ευρώ, ε) δελτίο αποστολής …-11-2007 με το αντίστοιχο τιμολόγιο πώλησης …11-2007, αξίας 8.500 ευρώ + 1.615 ευρώ Φ.Π.Α. = 10.115 ευρώ και στ) δελτίο αποστολής …11-2007 με το αντίστοιχο τιμολόγιο πώλησης, αξίας 10.800 ευρώ + 2.052 ευρώ Φ.Π.Α. = 12.852 ευρώ, ήτοι συνολικής αξίας με τον αναλογούντα Φ.Π.Α. 61.379,80 ευρώ”. Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφασή του, την, κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις των άρθρων του Συντάγματος και του Κ.Π.Δ., ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ’ αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του ανωτέρω εξακολουθητικού εγκλήματος, για το οποίο καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε αυτά (ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπερασπίσεως, έγγραφα που αναγνώσθηκαν νόμιμα, μεταξύ των οποίων τα πρακτικά και η απόφαση της πρωτοβάθμιας δίκης, απολογία του κατηγορουμένου), καθώς επίσης και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους τα υπήγαγε στις οικείες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφάρμοσε, τις οποίες ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου, με ελλιπείς ή ασαφείς ή αντιφατικές παραδοχές ή διατάξεις ή με άλλον τρόπο, παραβίασε. Τέλος, από τις διατάξεις των άρθρων 111, 112 και 113 παρ. 1 έως 3 του Π.Κ., προκύπτει ότι το αξιόποινο εξαλείφεται με την παραγραφή, η οποία, προκειμένου για πλημμελήματα είναι πενταετής και αρχίζει από την ημέρα, που τελέσθηκε η αξιόποινη πράξη. Η προθεσμία αυτή αναστέλλεται όσο διαρκεί η κύρια διαδικασία, αλλά όχι περισσότερο από τρία χρόνια. Από τις ίδιες διατάξεις, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 310 παρ. 1 εδ. β’ , 370 στοιχ. β’ , 511 και 514 του Κ.Π.Δ. προκύπτει ότι η παραγραφή, ως θεσμός δημοσίας τάξεως, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάση της ποινικής διαδικασίας και από τον Άρειο Πάγο, ο οποίος, αν διαπιστώσει την συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής, πρέπει να αναιρέσει την προσβαλλομένη απόφαση και να παύσει οριστικά την ποινική δίωξη, αρκεί να είναι νομότυπη και εμπρόθεσμη η αίτηση αναιρέσεως και να περιέχει έναν τουλάχιστον παραδεκτό λόγο αναιρέσεως. Ο ακριβής προσδιορισμός του χρόνου τελέσεως είναι αναγκαίος, εκτός άλλων και για τον υπολογισμό του χρόνου παραγραφής, όταν ανακύπτει τέτοιο ζήτημα, διαφορετικά η απόφαση δεν έχει την απαιτουμένη, από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ., ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και πρέπει να αναιρείται κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του Κ.Π.Δ. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση του σκεπτικού και του διατακτικού της προσβαλλομένης αποφάσεως και αναφορικά με τον προσδιορισμό του χρόνου τελέσεως της ως άνω εξακολουθητικής πράξεως, το δικαστήριο της ουσίας δέχθηκε ως χρόνο τελέσεώς της το έτος 2007, έχει χωρίς κανέναν άλλον προσδιορισμό. Εφόσον όμως δέχθηκε αυτόν τον χρόνο ως χρόνο τελέσεως, οφείλει να παύσει οριστικά την ποινική δίωξη, διότι από την εσχάτη ημερομηνία του έτους 2007, δηλαδή την 31-12-2007, μέχρι την ημερομηνία συζητήσεως της υποθέσεως στο Εφετείο Θεσσαλονίκης στις 7-11-2017, είχε συμπληρωθεί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της οκταετίας για την εξάλειψη του αξιοποίνου της, σε βαθμό πλημμελήματος, αποδιδομένης στον αναιρεσείοντα πράξεως. Μη πράττοντας το δικαστήριο σύμφωνα με τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω υπερέβη την εξουσία του. (Α.Π. 1144/207). Κατά συνέπεια ο πρώτος λόγος αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς τον προσδιορισμό του χρόνου τελέσεως της πράξεως και για υπέρβαση εξουσίας, που σωρεύονται στον ίδιο λόγο, είναι βάσιμοι και αφού γίνουν τυπικά και ουσιαστικά δεκτοί, πρέπει η προσβαλλομένη απόφαση να αναιρεθεί. Ακολούθως, πρέπει να παύσει οριστικά, λόγω παραγραφής, η ασκηθείσα ποινική δίωξη σε βάρος του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου για την προαναφερομένη αξιόποινη εξακολουθητική πράξη που του αποδίδεται, παρελκομένης εξέτασης των λοιπών λόγων αναιρέσεως.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 3179/2017 απόφαση του Β’ Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης.
Παύει οριστικά την ποινική δίωξη, που ασκήθηκε σε βάρος του κατηγορουμένου-αναιρεσείοντος Κ. Α. του Α. και Ε., κατοίκου … (οδός …) του ότι: “Στην … εντός του έτους 2007 (όπως αναλυτικά προσδιορίζεται πιο κάτω) με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ως εταίρος και διαχειριστής της ομόρρυθμης εταιρείας, με την επωνυμία “… Ο.Ε.”, αποδέχθηκε εικονικά φορολογικά στοιχεία με το να παραλάβει τα δελτία αποστολής-τιμολόγια πώλησης, που αναφέρονται πιο κάτω από τον Ν. Ε. και τα οποία ακολούθως ο ίδιος (ο κατηγορούμενος) καταχώρησε στα λογιστικά βιβλία της εταιρείας “… Ο.Ε.”. Ωστόσο, τα φορολογικά αυτά στοιχεία αφορούσαν ανύπαρκτες συναλλαγές και ειδικότερα πωλήσεις και παραδόσεις εμπορευμάτων (ανταλλακτικά εξαρτήματα φορτηγών οχημάτων) από την εκδότρια των φορολογικών στοιχείων επιχείρηση του Ν. Ε. προς την εταιρεία “… Ο.Ε.” και ως εκ τούτου είναι εικονικά. Τα φορολογικά στοιχεία ως προς τον αριθμό, χρόνο έκδοσης και αποδοχής, αξία συναλλαγής, αξία Φ.Π.Α. έχουν ως εξής: α) δελτίο αποστολής-τιμολόγιο πώλησης σειράς β’ …1-2007, αξίας 9.800 ευρώ + 1.862 ευρώ Φ.Π.Α. = 11.662 ευρώ, β) δελτίο αποστολής-τιμολόγιο πώλησης σειράς β’ …2-2007, αξίας 6.800 ευρώ + 1.292 ευρώ Φ.Π.Α. = 8.092 ευρώ, γ) δελτίο αποστολής …10-2007 με το αντίστοιχο τιμολόγιο πώλησης …10-2007, αξίας 9.520 ευρώ + 1.808,80 ευρώ Φ.Π.Α. = 11.328,80 ευρώ, δ) δελτίο αποστολής …10-2007 με το αντίστοιχο τιμολόγιο πώλησης …10-2007, αξίας 7.000 ευρώ + 1.330 ευρώ Φ.Π.Α. = 8.330 ευρώ, ε) δελτίο αποστολής …-11-2007 με το αντίστοιχο τιμολόγιο πώλησης …11-2007, αξίας 8.500 ευρώ + 1.615 ευρώ Φ.Π.Α. = 10.115 ευρώ και στ) δελτίο αποστολής …11-2007 με το αντίστοιχο τιμολόγιο πώλησης, αξίας 10.800 ευρώ + 2.052 ευρώ Φ.Π.Α. = 12.852 ευρώ, ήτοι συνολικής αξίας με τον αναλογούντα Φ.Π.Α. 61.379,80 ευρώ”.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 25 Μαΐου 2018.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 4 Ιουλίου 2018.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ