ΜΟΔΘεσ 346/2015
Πρόεδρος: Ε. Μπάλλα, Μέλη: Χ. Τριανταφυλλίδης, Ι. Μαμαδάς, Εισαγγελέας: Ι. Κατσή
Δικηγόρος: Χ. Λαμπάκης
“…Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 Ν 3500/2006, ενδοοικογενειακή βία θεωρείται η τέλεση αξιόποινης πράξης σε βάρος μέλους της οικογένειας δυνάμει των άρθρων 6, 7, 8 και 9 του παραπάνω νόμου και των άρθρων 299 και 311 του Ποινικού Κώδικα, ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 περ. α΄ οικογένεια θεωρείται η κοινότητα που αποτελείται από συζύγους ή γονείς και συγγενείς πρώτου και δεύτερου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας και τα εξ υιοθεσίας τέκνα τους. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 Ν 3500/2006 «Το μέλος της οικογένειας το οποίο προξενεί σε άλλο μέλος αυτής σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του, υπό την έννοια του εδαφίου α΄ της παρ. 1 του άρθρου 308 του Ποινικού Κώδικα, ή με συνεχή συμπεριφορά προξενεί εντελώς ελαφρά κάκωση ή βλάβη της υγείας του, με την έννοια του εδ. β΄ της παραπάνω διάταξης, τιμωρείται με φυλάκιση, τουλάχιστον, ενός έτους», ενώ κατά το άρθρο 6 παρ. 4 «Αν η πράξη της πρώτης παραγράφου συνιστά μεθοδευμένη πρόκληση έντονου σωματικού πόνου ή σωματικής εξάντλησης, επικίνδυνης για την υγεία, ή ψυχικού πόνου, ικανού να επιφέρει σοβαρή ψυχική βλάβη, ιδίως με την παρατεταμένη απομόνωση του θύματος, επιβάλλεται κάθειρξη. Αν το θύμα είναι ανήλικος, επιβάλλεται κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών».
Το αδίκημα της απλής σωματικής βλάβης αποτελεί έγκλημα αποτελέσματος ή ουσιαστικό και έγκλημα βλάβης της σωματικής ακεραιότητας, απαιτεί δε δόλο, αρκούντος και του ενδεχόμενου, ενώ η σωματική βλάβη διαβαθμίζεται, αναλόγως της σπουδαιότητας αυτής, σε απλή και σε όλως ελαφρά. Ως σωματική κάκωση νοείται κάθε εξωτερική επενέργεια επί του σώματος, όπως τραύματα, εκδορές, οιδήματα, παραμορφώσεις κ.λπ., ενώ βλάβη της υγείας είναι κάθε διατάραξη των εσωτερικών λειτουργιών. Η κάκωση μπορεί να συνιστά συγχρόνως και βλάβη της υγείας, αλλά η βλάβη της υγείας μπορεί να επέλθει και χωρίς κάκωση, καθώς, επίσης, μπορεί η καθεμία να επέλθει χωριστά ή να είναι η μία συνέπεια της άλλης και δεν δημιουργείται αντίφαση από τη σωρευτική παραδοχή σωματικής κάκωσης και βλάβης της υγείας του παθόντος (βλ. ΑΠ 1796/2009, www.areiospagos.gr).
Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 6 Ν 3500/2006 αντιμετωπίζονται οι σοβαρότερες μορφές ενδοοικογενειακών σωματικών κακώσεων. Στην πρώτη παράγραφο της ανωτέρω διάταξης τυποποιείται η ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη, υπό την έννοια της πρόκλησης από μέλος της οικογένειας σε άλλο μέλος αυτής σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας ή εντελώς ελαφράς σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας μετά από συνεχή συμπεριφορά. Η ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη διακρίνεται από την απλή σωματική βλάβη του άρθρου 308 ΠΚ ως προς το στοιχείο της τέλεσης αυτής εντός του οικογενειακού πλαισίου και για το λόγο αυτό τιμωρείται αυστηρότερα. Επιπροσθέτως, στην τέταρτη παράγραφο προβλέπεται και τιμωρείται ο βασανισμός, που τελείται εντός των κόλπων της οικογένειας. Οι συγκεκριμένες διατάξεις προσλαμβάνουν τον χαρακτήρα κατά μία άποψη ιδιωνύμου εγκλήματος (βλ. ΕγκΕισΑΠ 2/2007, ΝΟΜΟΣ, Π. Μπρακουμάτσου, Ο Ν 3500/2006 για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, ΠοινΔικ 2007, 1457), κατ’ άλλη δε διακεκριμένων παραλλαγών των πράξεων που προβλέπονται από τα άρθρα 308, 309 και 310 ΠΚ (βλ. Αιτιολογική Έκθεση Ν 3500/2006, www.hellenicparliament.gr, Εισαγγελική πρόταση Χρ. Νάιντου σε ΣυμβΠλημΘεσ 806/2011 ΠοινΧρ 2012, 469).
Σε κάθε περίπτωση, κρίσιμη, αναφορικά με την υπαγωγή μιας συμπεριφοράς στη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 4 Ν 3500/2006 αντί της παρ. 1, τυγχάνει η κατάφαση ενός πρόσθετου στοιχείου, πέραν της προκληθείσας σωματικής βλάβης, ήτοι του βασανισμού του θύματος. Μάλιστα, στη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 4 του εν λόγω νόμου ο ποινικός νομοθέτης επαναλαμβάνει τη διατύπωση του άρθρου 137Α παρ. 2 ΠΚ, όπου τυποποιείται νομοθετικά η έννοια των βασανιστηρίων. Κατά τον τρόπο αυτό πιστοποιείται ότι κομβικό σημείο προς θεμελίωση της κακουργηματικής αυτής μορφής ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης συνιστά η συνδρομή του στοιχείου των βασανιστηρίων. Για την κατάφαση, πάντως, της έννοιας των τελευταίων απαιτείται η διαπίστωση της πρόκλησης διαζευκτικά είτε έντονου σωματικού πόνου είτε σωματικής εξάντλησης, επικίνδυνης για την υγεία, είτε ψυχικού πόνου ικανού να επιφέρει σοβαρή ψυχική βλάβη, ενώ η πρόκληση των ανωτέρω αποτελεσμάτων θα πρέπει να κρίνεται ως μεθοδευμένη. Κάθε σωματικός πόνος, παραταύτα, δεν αποτελεί βασανισμό, αλλά μόνον εκείνος που προκαλείται μεθοδευμένα και είναι τόσο έντονος, ώστε να έχει ισχυρή επίδραση επί των αισθήσεων του ανθρώπου. Κατά συνέπεια, πρέπει να αποκλεισθεί από την εν λόγω αντικειμενική υπόσταση κάθε ελαφρύς ή και ασήμαντος σωματικός πόνος. Βεβαίως, επειδή ο πόνος είναι υποκειμενικό αίσθημα, η αντικειμενικότητά του θα κριθεί από το είδος της σωματικής βλάβης ή κάκωσης με την οποία αιτιωδώς συνδέεται (βλ. Εισαγγελική πρόταση Χρ. Νάιντου σε ΣυμβΠλημΘεσ 806/2011, ΠοινΧρ 2012, 469). Περαιτέρω, υποστηρίζεται ότι μεθοδευμένη είναι η πρόκληση πόνου ή εξάντλησης, όταν η πράξη επαναλαμβάνεται και έχει χρονική διάρκεια, χωρίς να αρκεί η πρόκληση στιγμιαίου πόνου (βλ. Μ. Γεωργιάδου σε A. Χαραλαμπάκη, Ποινικός Κώδικας, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, τόμος I, 2011, σελ. 1314 με τις εκεί παραπομπές). Κατά άλλη άποψη, εναρμονισμένη με τις διατυπώσεις των διεθνών κειμένων για την πρόληψη των βασανιστηρίων και τη νομολογία του ΕΔΔΑ, η μεθόδευση προϋποθέτει επιλογή συμπεριφοράς και εσκεμμένη τέλεση με προγραμματισμένο τρόπο, και δεν απαιτείται κατ’ ανάγκη επανάληψη ή διάρκεια της συμπεριφοράς αυτής (βλ. Παρατ. Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου σε ΕΔΔΑ, Υπόθεση ΖοηtυΙ κατά Ελλάδας, Απόφαση της 17.1.2012, ΠοινΔικ 2013, 742 επ., Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου, Η έννοια των βασανιστηρίων και των άλλων προσβολών της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στον Ποινικό Κώδικα, ΠοινΧρ 2009, 3 επ.). Υποκειμενικά δε απαιτείται δόλος οποιουδήποτε βαθμού, ακόμη και ενδεχόμενος, τόσο για τη μεθοδευμένη πρόκληση έντονου σωματικού ή ψυχικού πόνου ή σωματικής εξάντλησης επικίνδυνης για την υγεία, όσο και για την πρόκληση σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας.
Στην προκειμένη περίπτωση από την κύρια αποδεικτική διαδικασία γενικά, τα έγγραφα που διαβάστηκαν στο ακροατήριο, την ιατροδικαστική έκθεση, τη μαρτυρία των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, που εξετάσθηκαν ένορκα στο ακροατήριο, σε συνδυασμό και με την απολογία της κατηγορουμένης, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Η κατηγορουμένη σε ηλικία 13 ετών σύναψε ερωτικό δεσμό με τον Α.Ε., ο οποίος παρά τις αντιρρήσεις του οικογενειακού της περιβάλλοντος οδήγησε στην τέλεση γάμου από τον οποίο απέκτησε δύο τέκνα τον Α.Α., γεννηθέντα το έτος 2009, και την Μ.Α., γεννηθείσα το έτος 2008. Από την αρχή η έγγαμη συμβίωσή της δεν υπήρξε αρμονική λόγω του εθισμού του συζύγου της στα ναρκωτικά και της παραβατικής εν γένει συμπεριφοράς του. Η κατηγορούμενη ήταν αυτή που καθόλη τη διάρκεια του έγγαμου βίου τους, παρά το νεαρό της ηλικίας της, φρόντιζε τα ανήλικα τέκνα της και παράλληλα προσπαθούσε να συμπαρασταθεί και στον σύζυγό της. Τα προβλήματα όμως του συζύγου της, η αδιαφορία που αυτός επιδείκνυε απέναντι στα τέκνα του και η αρνητική επίδραση που ασκούσε στα τέκνα της οδήγησαν την κατηγορούμενη στην απόφαση να διακόψει την έγγαμη συμβίωση, και να αποχωρήσει από τη συζυγική οικία αναλαμβάνοντας εξ ολοκλήρου την ευθύνη για την ανατροφή των τέκνων της. Η επιλογή αυτή όμως της κατηγορουμένης και το γεγονός ότι η κατηγορούμενη σύναψε ερωτικό δεσμό με άλλον άνδρα ενόχλησε τον πεθερό της, Α.Α. ο οποίος, όπως και ο ίδιος κατέθεσε, διακατέχονταν από συναισθήματα ζήλειας και αντιπάθειας. Εξάλλου την 10.3.2013 ο πεθερός της κατηγορουμένης, επισκεπτόμενος τα εγγόνια του στην οικία της μητέρας τους στην … Θεσσαλονίκης, επί της συμβολής των οδών … και …, παρατήρησε ότι τα δύο δάκτυλα, ήτοι ο αντίχειρας και δείκτης, του αριστερού χεριού του πρώτου ως άνω ανήλικου τέκνου, Α.Α., εμφάνιζαν φουσκάλες οι οποίες ήταν προϊόν, κατ’ απόκριση των παιδιών προς τον παππού τους, καψίματος με αναπτήρα για τιμωρία. Το γεγονός αυτό κατήγγειλε ο πεθερός της ο οποίος, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι σύμφωνα με τα όσα του είχαν διηγηθεί τα ίδια τα ανήλικα τέκνα, η κατηγορούμενη είχε χτυπήσει το ανήλικο τέκνο της, Α.Α., εντός του προηγούμενου μήνα με τη ζώνη του παντελονιού της, προξενώντας σημάδια στο σώμα του, και επιπλέον ζήτησε να αφαιρεθεί από την κατηγορούμενη η επιμέλεια των δύο ως άνω ανήλικων τέκνων της, η οποία ανατέθηκε στον ίδιο με την υπ’ αριθ. 179/7.4.2014 διατάξεως της Εισαγγελέως Ανηλίκων Θεσσαλονίκης, αφού ο πατέρας τους ως χρήστης ναρκωτικών ουσιών δεν είναι σε θέση να τα αναλάβει. Από κανένα όμως αποδεικτικό μέσο δεν προέκυψε ότι η κατηγορούμενη είχε χτυπήσει το ανήλικο τέκνο της, Α.Α., εντός του προηγούμενου μήνα με τη ζώνη του παντελονιού της, ούτε ο καταγγέλλων, Α.Α. εξεταζόμενος ενώπιον του Δικαστηρίου επιβεβαίωσε τους αρχικούς του ισχυρισμούς. Αντίθετα αποδείχθηκε ότι εντός του πρώτου δεκαημέρου του Μαρτίου του έτους 2013, βλέποντας το ανήλικο τέκνο της Α.Α. να «χαϊδεύει» στα γεννητικά όργανα την επίσης ανήλικη αδελφή του, πανικοβλήθηκε και εκνευρισμένη πήρε έναν αναπτήρα, τον άναψε και ακούμπησε το δάκτυλο του αριστερού χεριού του ανηλίκου στη φλόγα λέγοντάς του να μην το ξανακάνει. Μόλις όμως η κατηγορούμενη συνειδητοποίησε την πράξη της, μετάνιωσε και αμέσως περιποιήθηκε το χέρι του ανηλίκου. Σύμφωνα με την υπ’ αριθ. …/4.4.2013 ιατροδικαστική έκθεση κλινικής εξέτασης της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης, ο ανήλικος έφερε τρεις εγκαυματικές αλλοιώσεις σε διαδικασία επούλωσης στην παλαμιαία επιφάνεια του μεγάλου δακτύλου της αριστερός άκρας χειρός και στην παλαμιαία επιφάνεια της αριστερός άκρας χειρός πάνω από το θέναρ, διαστάσεων η πρώτη 1,0 x 1,0 εκ., η δεύτερη 1,0 x 0,2 εκ. και η τρίτη ωοειδούς σχήματος και διαμέτρου 1,0 εκ.
Η σωματική βλάβη που υπέστη το ανήλικο τέκνο της κατηγορουμένης φέρει τον χαρακτήρα της απλής σωματικής βλάβης, το ως άνω δε περιστατικό αποτελούσε ένα μεμονωμένο ατυχές περιστατικό, και όχι παγιωμένη πρακτική συμπεριφοράς της μητέρας προς το ανήλικο τέκνο της ούτε προέκυψε από κανένα στοιχείο εσκεμμένα και με προγραμματισμένο τρόπο πρόκληση στο ανήλικο τέκνο της σωματικού πόνου τόσο έντονου που να έχει ισχυρή επίδραση επί των αισθήσεών του. Σύμφωνα με τα ανωτέρω αποδειχθέντα η κατηγορούμενη τέλεσε το αδίκημα της απλής ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης και όχι της πράξης της ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης κατ’ εξακολούθηση με μεθοδευμένη πρόκληση έντονου σωματικού πόνου, επικίνδυνου για την υγεία σε βάρος ανηλίκου και επομένως το Δικαστήριο κρίνει ομοφώνως ότι πρέπει η κατηγορούμενη να κηρυχθεί ένοχη της απλής ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας…”.