ΑΡΙΘΜΟΣ 836/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Κουτσόπουλο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Μαρία Βασιλάκη, Χρυσούλα Παρασκευά και Μαρία Γαλάνη-Λεοναρδοπούλου – Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες. Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 8 Απριλίου 2014, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Μποροδήμου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντα – κατηγορουμένου Γ. Λ. του Ι., κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης Γρεβενών, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Κοσμάτο, περί αναιρέσεως της 3/2012 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας.
Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων – κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην υπ’ αριθμ. πρωτ. 4191/6-6-2013 αίτησή του και στους από 21 Μαρτίου 2014 προσθέτους λόγους, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 721/2013.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντα, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης, αλλά να γίνει δεκτός ο πρόσθετος λόγος αυτής.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη υπ’ αρ. πρωτ.4191/6-6-2013 από 5-6-2013 αίτηση του αναιρεσείοντος- κατηγορουμένου, μετά των από 21-3-2014 προσθέτων λόγων αυτής, που κατατέθηκαν στον αρμόδιο γραμματέα της Εισαγγελίας του παρόντος Δικαστηρίου, για αναίρεση της υπ’ αρ. 3/2012 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας, έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα και πρέπει λόγω της συναφείας τους να συνεκδικασθούν. Το άρθρο 524 του ΚΠΔ όριζε στην παρ. 1 ότι: “Με εξαίρεση την περίπτωση του άρθρου 520, η συζήτηση στο δικαστήριο όπου παραπέμφθηκε η υπόθεση κατά τα άρθρα 518 παρ. 2 και 519, γίνεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του κώδικα, καθώς επίσης εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 135. Τα πρακτικά της απόφασης που έχει αναιρεθεί, τα οποία περιέχουν τις μαρτυρίες από την πρώτη συζήτηση, επιτρέπεται να διαβαστούν μόνο αν υπάρχει περίπτωση του άρθρου 365”. Μετά την αντικατάσταση της παραγράφου αυτής με το άρθρο 51 του ν. 3160/2003, ορίζεται ότι: “Η συζήτηση στο δικαστήριο όπου παραπέμφθηκε η υπόθεση κατά τα άρθρα 518 παρ. 2 και 519 γίνεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα επίσης εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 135”. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 364 §2 του ίδιου Κώδικα, “Διαβάζονται επίσης τα πρακτικά της ίδιας ποινικής δίκης που είχε αναβληθεί. Επίσης τα έγγραφα από άλλη ποινική ή πολιτική δίκη στην οποία εκδόθηκε αμετάκλητη απόφαση, αν το δικαστήριο κρίνει ότι η ανάγνωση αυτή είναι χρήσιμη”. Από τις διατάξεις αυτές σαφώς προκύπτει ότι, η ανάγνωση των πρακτικών της δίκης που αναιρέθηκε δεν επάγεται καμιά ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο και, συνεπώς, δεν καθιδρύει τον από το άρθρο 510§1 στοιχ. Β’ του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, δεδομένου και του ότι η απαγόρευση της αναγνώσεώς τους, (πλην της περιπτώσεως που ήταν αδύνατη η εμφάνιση μάρτυρα, του οποίου η κατάθεση περιεχόταν σ’ αυτά), καταργήθηκε με το άρθρο 51 §1 του ν. 3160/2003, με το οποίο αντικαταστάθηκε, κατά τα ανωτέρω, η παρ. 1 του άρθρου 524 του ΚΠΔ.
Στη συνέχεια, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 329, 331, 333 παρ.2, 364 και 369 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι η λήψη υπόψη από το δικαστήριο, για το σχηματισμό της κρίσεώς του περί της ενοχής του κατηγορουμένου, εγγράφων που δεν είναι βέβαιο ότι αναγνώσθηκαν κατά την προφορική συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο, επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας κατά το άρθρο 171 παρ.1 εδ. δ’ του ίδιου Κώδικα, που ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ. Α’ του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, διότι αποστερείται έτσι ο κατηγορούμενος του δικαιώματος να εκθέσει τις απόψεις του και να προβεί σε παρατηρήσεις σχετικά με το αποδεικτικό αυτό μέσο (άρθρο 358 ΚΠΔ), εκτός αν αυτά αποτελούν στοιχεία του κατηγορητηρίου ή το υλικό αντικείμενο του εγκλήματος ή είναι έγγραφα διαδικαστικά ή αναφέρονται απλώς διηγηματικά στην απόφαση ή το περιεχόμενό τους προκύπτει από άλλα αποδεικτικά μέσα.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος με την υπ’ αρ. 2/2009 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας, αθωώθηκε κατά πλειοψηφία για τις αξιόποινες πράξεις της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, της παράνομης οπλοφορίας κατά συρροή και της παράνομης οπλοχρησίας. Η απόφαση αυτή αναιρέθηκε για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, με την υπ’ αρ. υπ’ αρ. 743/2010 απόφαση του Αρείου Πάγου, κατόπιν ασκήσεως της υπ’ αρ. 26/2008 αιτήσεως αναιρέσεως του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου εναντίον της, και παραπέμφθηκε ο αναιρεσείων να δικασθεί εκ νέου από το ίδιο δικαστήριο συντιθέμενο από άλλους δικαστές εκτός από αυτούς που δίκασαν προηγουμένως. Το δικαστήριο της παραπομπής, με την υπ’ αρ. 3/2012 προσβαλλόμενη απόφαση του, καταδίκασε τον αναιρεσείοντα-κατηγορούμενο, κατά πλειοψηφία (6-1), για τις αξιόποινες πράξεις: α) της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, β)παρανόμου οπλοφορίας κατά συρροή και γ) οπλοχρησίας, με την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ. 2α’ ΠΚ (προτέρου εντίμου βίου), και του επέβαλε συνολική ποινή κάθειρξης δέκα επτά ετών και έξι μηνών. Όπως προκύπτει όμως από το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης απόφασης, το δικαστήριο της παραπομπής στήριξε την καταδικαστική για τον αναιρεσείοντα κρίση του, μεταξύ των άλλων αποδεικτικών μέσων και στην απολογία αυτού, ενώπιον του Δικαστηρίου που εξέδωσε την αναιρεθείσα απόφαση δηλ. την υπ’ αρ. 2/2009 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας, (φύλλο 17, 18 προσβαλλόμενης απόφασης), η οποία (αναιρεθείσα απόφαση), κατά τα προδιαληφθέντα μπορούσε να αναγνωσθεί ως έγγραφο πλέον της δικογραφίας, χωρίς να προκαλείται ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο από την ανάγνωσή της, πλην όμως όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης απόφασης, για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, δεν αναγνώσθηκε, αφού δεν περιέχεται μεταξύ των αναγνωσθέντων ενώπιον του εγγράφων. Η απολογία του, αυτή δεν είναι ταυτόσημη με την απολογία του ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, ώστε να αποδεικνύεται το περιεχόμενο της από την ανάγνωση των πρακτικών αυτής, που έλαβε χώρα στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο της παραπομπής, ούτε με την απολογία του στο τελευταίο αυτό δικαστήριο. Έτσι, στερήθηκε ο αναιρεσείων του εκ του άρθρου 358 του ΚΠΔ δικαιώματός του, να προβεί σε δηλώσεις και εξηγήσεις σχετικά με το περιεχόμενό της και επήλθε και εξ αυτού του λόγου, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, απόλυτη ακυρότητα.
Επομένως, ο, από το άρθρο 510 παρ. στοιχ. Α’ του ΚΠΔ, λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο λόγω συνεκτιμήσεως από το δικαστήριο, εγγράφου που δεν αναγνώσθηκε, είναι βάσιμος κατ’ ουσία και πρέπει να γίνει δεκτός. Παρέλκει δε μετά ταύτα ή έρευνα του λόγου των προσθέτων λόγων αναίρεσης. Συνακόλουθα πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί δε, κατ’ άρθρο 519 ΚΠΔ, η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, του οποίου είναι εφικτή η σύνθεση από άλλους δικαστές, εκτός από αυτούς που δίκασαν προηγουμένως.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ’ αριθ. 3/2012 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας. Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός από αυτούς που δίκασαν προηγουμένως.Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Ιουνίου 2014. Και Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 30 Ιουνίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ