Αριθμός 617/2021
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αβροκόμη Θούα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ναυσικά Φράγκου-Εισηγήτρια, Γρηγόριο Κουτσοκώστα, Πηνελόπη Παρτσαλίδου-Κομνηνού και Σταματική Μιχαλέτου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Φεβρουαρίου 2021, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασίλειου Χαλντούπη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων – κατηγορουμένων: 1. Η. Π. του Θ., κρατούμενου στο Γ.Κ. Κ. …, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Κοσμάτο και 2. Β. Α. του Α., κατοίκου …, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ασημάκη Καρδάση, για αναίρεση της υπ’αριθ. 307/2019 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με υποστηρίζουσα την κατηγορία την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ, νομίμως εκπροσωπούμενη, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Νεκταρία Μυγιάκη. Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και oι αναιρεσείοντες – κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις: α) με αριθμό 12 από 27/5/2019 και υπ’ αριθμ. πρωτ. 1015/29-1-2020, δύο, αιτήσεις αναίρεσης, καθώς και στους από 16-10-2020 προσθέτους λόγους που περιλαμβάνονται στο σχετικό δικόγραφο του 1ου αναιρεσείοντος, και β) στην υπ’ αριθμ. πρωτ. 2139/3-3-2020 αίτηση αναίρεσης του 2ου αναιρεσείοντος, τα οποία καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 92/20.
Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε: Α) να απορριφθεί, ως απαράδεκτη, λόγω εκπροθέσμου ασκήσεως, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης του 2ου αναιρεσείοντος Β. Α., Β) να εφαρμοστούν αυτεπαγγέλτως οι επιεικέστερες διατάξεις του νέου ΚΠΔ και να αναιρεθεί η απόφαση, ως προς τον 1° αναιρεσείοντα Η. Π., ως προς τις περί ποινής διατάξεις της, να απαλειφθούν οι επιβαρυντικές περιστάσεις και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα ποινή για κάθε πράξη και για επιμέτρηση συνολικής ποινής, Γ) να επεκταθεί το ως άνω αναιρετικό αποτέλεσμα και στους συγκατηγορούμενους του άνω αναιρεσείοντος: Β. Α., Α. Μ., Ε. Λ., Ν. Μ., Θ. Μ., Α. Π., Δ. Σ., Π. Σ., Κ. Τ., Σ. Χ., Π. Χ., Α. Β. και Α. Μ., Δ) να απαλειφθεί η διάταξη της προσβαλλόμενης απόφασης περί αποστέρησης πολιτικών δικαιωμάτων και Ε) να απορριφθούν κατά τα λοιπά οι αιτήσεις αναίρεσης του 1ου αναιρεσείοντος και οι πρόσθετοι λόγοι αυτών, και τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 590 παρ. 1 του ισχύοντος από 1-7-2019 Νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας “υποθέσεις που εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής διαδικασίας και σε οποιοδήποτε βαθμό συνεχίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κώδικα. Οι πράξεις της ποινικής διαδικασίας που τελέστηκαν όταν ίσχυαν οι διατάξεις που καταργούνται, διατηρούν το κύρος τους”. Περαιτέρω, από τη διάταξη της παρ.1 του άρθρου 476 του Κ.Ποιν.Δ., προκύπτει ότι, όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε, εκτός άλλων περιπτώσεων, εκπρόθεσμα, απορρίπτεται ως απαράδεκτο. Επιπλέον, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 462 και 473 παρ. 1 του προϊσχύσαντος ως άνω Κώδικα προκύπτει ότι, η προθεσμία άσκησης των ενδίκων μέσων κατά απόφασης είναι, όπου ειδική διάταξη νόμου δεν ορίζει διαφορετικά, δεκαήμερη και αρχίζει από την έκδοσή της, όταν η καταδικαστική απόφαση απαγγέλθηκε με την παρουσία του καταδικασθέντος κατηγορουμένου ή του συνηγόρου του, ο οποίος νόμιμα τον εκπροσωπεί, άλλως από τη νόμιμη επίδοση της απόφασης, κατά δε την παρ. 2 του άρθρου 473 Κ.Ποιν.Δ. και με δήλωση που επιδίδεται στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 473 παρ.1 και 3 του Κ.Ποιν.Δ., η προθεσμία για την άσκηση αναίρεσης κατά απόφασης που έχει απαγγελθεί ανεκκλήτως, αρχίζει, για όλους τους ενδιαφερομένους, από την καταχώρηση της απόφασης καθαρογραμμένης στο προβλεπόμενο ειδικό βιβλίο. Ήδη, κατά την παρ.2 του άρθρου 473 νέου Κ.Ποιν.Δ., η προθεσμία για την άσκηση αναίρεσης από τον κατηγορούμενο είναι είκοσι ημερών, η οποία αρχίζει σύμφωνα με την παρ.3, ήτοι από τότε που η τελεσίδικη απόφαση θα καταχωριστεί καθαρογραμμένη στο ειδικό βιβλίο που τηρείται από τη γραμματεία του ποινικού δικαστηρίου (ΑΠ.595/2020).
……………………………………….
Με το άρθρο πρώτο του ν.4619/2019 κυρώθηκε ο νέος Ποινικός Κώδικας, ο οποίος άρχισε να ισχύει από 1η Ιουλίου 2019 (άρθρο δεύτερο του ανωτέρου νόμου και άρθρο 460 του νέου Π.Κ.). Στο άρθρο 2 παρ. 1 του νέου Π.Κ. όπως προαναφέρθηκε, ορίζεται ότι, “Αν από την τέλεση της πράξης ως την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσαν περισσότερες διατάξεις νόμων, εφαρμόζεται αυτή που στη συγκεκριμένη περίπτωση οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου”. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι τροποποιείται η καθιερωθείσα και περιγραφόμενη στο ίδιο άρθρο του προηγούμενου Ποινικού Κώδικα αρχή της αναδρομικότητας του επιεικέστερου νόμου, που ίσχυσε από την τέλεση της πράξης μέχρι του χρόνου της αμετάκλητης εκδίκασης της υπόθεσης, ώστε να είναι σαφές ότι εφαρμόζεται πάντα η επιεικέστερη διάταξη και όχι ο νόμος ως ενιαίο “όλον”.
Επιεικέστερος είναι ο νόμος, που στη συγκεκριμένη κάθε φορά περίπτωση και όχι αφηρημένα οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου, αυτό δε που ενδιαφέρει δεν είναι εάν ο νόμος στο σύνολό του είναι επιεικέστερος για τον κατηγορούμενο αλλά εάν περιέχει διατάξεις που είναι ο επιεικέστερος γι’ αυτόν, δεν αποκλείεται δε σε συγκεκριμένη περίπτωση να εφαρμοσθεί εν μέρει ο προηγούμενος και εν μέρει ο νεότερος νόμος, με επιλογή των ευμενέστερων διατάξεων καθενός από αυτούς και έτσι να εφαρμόζεται, αφενός ένας νόμος ως προς τα στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος και αφετέρου άλλος νόμος ως προς την απειλούμενη ποινή. Για το χαρακτηρισμό νόμου ως επιεικέστερου με βάση το ύψος της απειλούμενης ποινής, γίνεται σύγκριση των περισσοτέρων αυτών διατάξεων, εάν δε από τη σύγκριση αυτή προκύψει ότι ο κατηγορούμενος, όπως κατηγορείται, επιβαρύνεται το ίδιο από όλους τους νόμους, τότε εφαρμοστέος είναι ο νόμος που ίσχυσε κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης, διαφορετικά εφαρμόζεται ο νεότερος επιεικέστερος. Ειδικότερα, επιεικέστερος είναι ο νόμος, που προβλέπει το χαμηλότερο ανώτατο όριο του είδους της ποινής, αν δε το ανώτατο όριο είναι το ίδιο, επιεικέστερος είναι αυτός που προβλέπει το μικρότερο κατώτατο όριο.
Για το χαρακτηρισμό ενός νόμου ως επιεικέστερου ή μη λαμβάνεται κατ’ αρχήν υπόψη το ύψος της απειλούμενης στερητικής της ελευθερίας ποινής, που θεωρείται βαρύτερη της χρηματικής, επί ίσων δε στερητικών της ελευθερίας ποινών, λαμβάνεται υπόψη και η χρηματική ποινή (Α.Π. 434/2020).
Κατά τη διάταξη του άρθρου 511 ΚΠοινΔ που ισχύει από την 1-7-2019, αν εμφανιστεί ο αναιρεσείων και κριθεί παραδεκτή η αίτηση αναίρεσης, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως, αν και δεν προτάθηκαν, όλους τους λόγους της αναίρεσης που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 510, εκτός από τον προβλεπόμενο στο στοιχ. Β. Δεν επιτρέπεται όμως να χειροτερεύσει η θέση του κατηγορουμένου. “Υπό τις ίδιες προϋποθέσεις ο Άρειος Πάγος αυτεπαγγέλτως λαμβάνει υπόψη το δεδικασμένο και, αν κριθεί και ένας βάσιμος λόγος, και την παραγραφή που επήλθαν μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης.” Επίσης, αυτεπαγγέλτως εφαρμόζει τον επιεικέστερο νόμο που ισχύει μετά τη δημοσίευσή της. Το τρίτο εδάφιο του άρθρου 511 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 13 περ. 8 Ν.4637/2019, ΦΕΚ Α 180/18.11.2019 Κατά τη διάταξη του άρθρου 216 του ΠΚ α) που ίσχυε έως 30-6-2019: 1. Όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες τιμωρείται με Φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Η χρήση του εγγράφου από αυτόν θεωρείται επιβαρυντική περίπτωση. 2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος για τον παραπάνω σκοπό εν γνώσει χρησιμοποιεί πλαστό ή νοθευμένο έγγραφο. 3. Αν ο υπαίτιος αυτών των πράξεων (παράγραφοι 1-2) σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον ή σκόπευε να βλάψει άλλον τιμωρείται με Κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών, “Εάν το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€)”. “Με την ίδια ποινή τιμωρείται ο υπαίτιος που διαπράττει πλαστογραφίες κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000€). Και β) που ισχύει από 1-7-2019: 1. Όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή. 2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος για τον παραπάνω σκοπό εν γνώσει χρησιμοποιεί πλαστό ή νοθευμένο έγγραφο. 3. Αν ο υπαίτιος αυτών των πράξεων (παράγραφοι 1-2) σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον ή σκόπευε να βλάψει άλλον, και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνει τις εκατόν είκοσι χιλιάδες ευρώ (120.000€) τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη και χρηματική ποινή. 4. Αν οι πράξεις των παραγράφων 1 και 2 στρέφονται άμεσα κατά του νομικού προσώπου του ελληνικού Δημοσίου, των νομικών προσώπων Δημοσίου Δικαίου ή τον οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και το συνολικό περιουσιακό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίινει συνολικά τις εκατόν είκοσι χιλιάδες ευρώ (120.000€), επιβάλλεται κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή έως χίλιες ημερήσιες μονάδες. Οι πράξεις αυτές παραγράφονται μετά είκοσι (20) έτη. Από τη σύγκριση των διατάξεων αυτών, που ως προς τα στοιχεία της υποκειμενικής και αντικειμενικής υπόστασης του οικείου εγκλήματος δεν διαφοροποιούνται, προκύπτει ότι ευμενέστερη διάταξη είναι αυτή του ισχύοντος από 1.7.2019 ποινικού κώδικα, καθόσον: α) η χρήση πλαστού δεν αποτελεί πλέον επιβαρυντική περίσταση κατά την παρ. 1 αλλά αυτοτελή πράξη (παρ.2) που συρρέει φαινομενικά, όταν ακολουθεί την πλαστογραφία και απορροφάται από αυτήν και β) ειδικώς και μόνο ως προς την προβλεπόμενη ποινή φυλάκισης, οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου, αφού με αυτήν προβλέπεται πλαίσιο ποινής φυλάκισης χωρίς ελάχιστο όριο, δηλ. από δέκα (10) ημέρες έως πέντε (5) έτη, ενώ η προηγούμενη διάταξη, που ίσχυε κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης, προέβλεπε φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών έως πέντε (5) ετών (ΑΠ 314/2020). Κατά τη διάταξη του άρθρου 386 α) του ΠΚ που ίσχυσε έως 30-6-2019: 1. Όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων τιμωρείται με Φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και αν η ζημία που προξενήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη, με Φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών. 2. Οι διατάξεις του άρθρου 72 για το κατάστημα εργασίας εφαρμόζονται και εδώ. 3. Επιβάλλεται Κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών: α) αν ο υπαίτιος διαπράττει απάτες κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000€) ή β) αν το περιουσιακό όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€). Και β) του ΠΚ που ισχύει από 1η-7-2019: 1. Όποιος με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με σκοπό από τη βλάβη αυτής της περιουσίας να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή. Αν η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) επιβάλλεται Κάθειρξη έως δέκα (10) έτη και χρηματική ποινή. 2. Αν η απάτη στρέφεται άμεσα κατά του νομικού προσώπου του ελληνικού δημοσίου, των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και η ζημιά που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) επιβάλλεται κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή έως χίλιες ημερήσιες μονάδες. Η πράξη αυτή παραγράφεται μετά είκοσι (20) έτη. Από τη σύγκριση των διατάξεων του άρθρου 386 προκύπτει ότι όταν η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει τις εκατόν είκοσι χιλιάδες ευρώ (120.000€) η απειλούμενη ποινή είναι βαρύτερη με τον νέο ποινικό κώδικα. Κατά τη διάταξη του άρθρου 1 του Ν.1608/1950 Αύξηση των ποινών για τους καταχραστές του Δημοσίου, που ίσχυσε έως 30-6-2019 και δυνάμει των άρθρων 460, 461 και 462 του Νέου Ποινικού Κώδικα καταργήθηκε από την 1η-7-2019: Άρθρ. 1. “1. Στον ένοχο των αδικημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 216, 218, 235, 236, 237, 242, (256), 258, 372, 375 και 386 του Ποινικού Κώδικα, εφόσον αυτά στρέφονται κατά του Δημοσίου ή των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή κατά άλλου νομικού προσώπου από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 263Α του Ποινικού Κώδικα και το όφελος που πέτυχε ή επιδίωξε ο δράστης ή η ζημία που προξενήθηκε ή οπωσδήποτε απειλήθηκε στο Δημόσιο ή στα πιο πάνω νομικά πρόσωπα υπερβαίνει το ποσό των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχμών, επιβάλλεται η ποινή της κάθειρξης και, αν συντρέχουν ιδιαζόντως επιβαρυντικές περιστάσεις, ιδίως αν ο ένοχος εξακολούθησε επί μακρό χρόνο την εκτέλεση του εγκλήματος ή το αντικείμενό του είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, επιβάλλεται η ποινή της ισόβιας κάθειρξης”. “Στον ένοχο του αδικήματος που προβλέπεται ειδικώς από το άρθρο 256 του Ποινικού Κώδικα, τα παραπάνω εφαρμόζονται μόνον όταν το αδίκημα στρέφεται κατά του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου”. Με την παρ.3 άρθρ.4 Ν.2408/1996 (Α 104) ορίζεται ότι: α) Το ποσό των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχμών, που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του ν. 1608/1950 (ΦΕΚ 301 Α’), όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 4 του ν.1738/1987 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του ν.1877/1990 (ΦΕΚ 28 Α και το άρθρο 36 του ν.2172/1993 αυξάνεται σε πενήντα εκατομμύρια (50.000.000) δραχμές. Κατά τη διάταξη του άρθρου 263Α παρ. 1 περ. β του ΠΚ που ίσχυε έως 30-6-2019 1. Για την εφαρμογή των άρθρων 235…υπάλληλοι θεωρούνται και όσοι υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα και με οποιαδήποτε ιδιότητα ή σχέση α)…, β) σε τράπεζες που εδρεύουν στην ημεδαπή κατά το νόμο ή το καταστατικό τους. Στην προκειμένη περίπτωση ο αναιρεσείων Η. Π. κηρύχθηκε ένοχος για τις αξιόποινες πράξεις: α) της πλαστογραφίας με χρήση κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000€), των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), β) απάτης από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000€), των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), καταδικάστηκε σε συνολική ποινή κάθειρξης δεκατριών (13) ετών. Περαιτέρω όμως όπως προαναφέρθηκε με το νέο ΠΚ η ποινή της πλαστογραφίας μετά χρήσεως είναι μικρότερη, διότι καταργήθηκε η διάταξη που προέβλεπε ότι η χρήση πλαστού θεωρείται ως επιβαρυντική περίσταση. Προσέτι με το Νέο ΠΚ α) η ποινή της κακουργηματικής πλαστογραφίας και της κακουργηματικής απάτης για τις οποίες καταδικάστηκε κατά τα ως άνω, ο πρώτος κατηγορούμενος – αναιρεσείων, είναι μικρότερες διότι καταργήθηκε με αυτόν στην προκειμένη περίπτωση ο Ν.1608/1950, που προέβλεπε υψηλότερες ποινές, β) δεν ορίζεται ως επιβαρυντική περίσταση της πλαστογραφίας και της απάτης “η κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεση της πράξεως και γ) στη διάταξη του άρθρου 59 αυτού, δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των παρεπομένων ποινών η ποινή της αποστέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων, που προβλεπόταν από τις διατάξεις των άρθρων 59-61 του προϊσχύσαντος ΠΚ. Κατόπιν αυτού, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην προηγηθείσα νομική σκέψη, συντρέχει νόμιμη περίπτωση το παρόν Δικαστήριο του Αρείου Πάγου, να εφαρμόσει αυτεπαγγέλτως τις διατάξεις του Νέου Ποινικού Κώδικα για τις πράξεις α) της πλαστογραφίας μετά χρήσεως με συνολική ζημία άνω των 120.000 ευρώ και β) της απάτης με προκληθείσα ζημία άνω των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), οι οποίες κατά τα προεκτεθέντα είναι επιεικέστερες ως προς τις ποινές έναντι των αντιστοίχων διατάξεων του παλαιού ΠΚ που ίσχυσε μέχρι 30-6-2019, και του Ν.1608/1950, με βάση τις οποίες διώχθηκε και καταδικάστηκε ο αναιρεσείων πρώτος κατηγορούμενος, να αναιρέσει εν μέρει την προσβαλλόμενη απόφαση α) ως προς τις περί ποινών διατάξεις και αναγκαίως και ως προς τη διάταξη περί συνολικής ποινής, και να παραπέμψει την υπόθεση κατά το αναιρούμενο μέρος της για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από τους ίδιους δικαστές, εάν είναι δυνατόν, εφόσον η απόφαση αναιρείται μόνο ως προς το σκέλος των ποινών (άρθρο 522 ΚΠοινΔ και δη για τυχόν νέα επιμέτρηση αυτών υπό το πρίσμα των ευνοϊκότερων διατάξεων) β) ως προς την επιβαρυντική περίπτωση της χρήσεως πλαστού, την οποία πρέπει να απαλείψει ο Άρειος Πάγος μη συντρέχουσας περίπτωσης παραπομπής στο Δικαστήριο της ουσίας κατά τούτο, ελλείψει αντικειμένου περαιτέρω έρευνας, γ) ως προς τις επιβαρυντικές περιστάσεις της τέλεσης των πράξεων της πλαστογραφίας μετά χρήσεως και της απάτης κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, τις οποίες πρέπει να απαλείψει ο Άρειος Πάγος, μη συντρέχουσας περίπτωσης παραπομπής στο Δικαστήριο της ουσίας κατά τούτο ελλείψει αντικειμένου περαιτέρω έρευνας, και γ) ως προς τη διάταξή της περί επιβολής της παρεπομένης ποινής της αποστέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων για τρία (3) έτη, την οποία πρέπει να απαλείψει ο Άρειος Πάγος μη συντρέχουσας περίπτωσης παραπομπής στο Δικαστήριο της ουσίας, κατά τούτο, ελλείψει αντικειμένου περαιτέρω έρευνας. Τέλος, κατά τις διατάξεις του άρθρου 469 του ΚΠΔ: “Αν στο έγκλημα συμμετείχαν περισσότεροι ή αν η ποινική ευθύνη ενός κατηγορουμένου εξαρτάται σύμφωνα με το νόμο από την ευθύνη του άλλου, το ένδικο μέσο που ασκεί κάποιος από τους κατηγορουμένους, ακόμη και όταν χορηγείται μόνο σε αυτόν από το νόμο, καθώς και οι λόγοι τους οποίους προτείνει, αν δεν αναφέρονται αποκλειστικά στο πρόσωπό του, ωφελούν και τους υπόλοιπους κατηγορουμένους”. Κατά την έννοια της παραπάνω διάταξης, δικαιολογητικός λόγος της οποίας είναι η αρχή της ισότητας και η εναρμόνιση των ευνοϊκών αποτελεσμάτων για όλους τους συμμετόχους, γενικές προϋποθέσεις για όλες τις προβλεπόμενες περιπτώσεις εφαρμογής του άρθρου αυτού είναι: α) να ασκήθηκε το ένδικο μέσο από συγκατηγορούμενο που δικαιούνταν να ασκήσει αυτό και δεν κρίθηκε για οποιονδήποτε λόγο απαράδεκτο, β) οι προβληθέντες από αυτόν λόγοι να μην άρμοζαν αποκλειστικώς στο πρόσωπό του και γ) οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι είτε δεν δικαιούντο να ασκήσουν το ένδικο μέσο, είτε δικαιούνταν μεν, αλλά δεν το άσκησαν εντός της νομίμου προθεσμίας ή το άσκησαν και τούτο απορρίφθηκε ως απαράδεκτο ή ανυποστήρικτο (Ολ. ΑΠ 1/2011). Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη απόφαση κηρύχθηκαν ένοχοι Α) ο πρώτος κατηγορούμενος Η. Π. α) της πλαστογραφίας με χρήση κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000€), των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), β) απάτης από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000€), των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), καταδικάστηκε σε συνολική ποινή κάθειρξης δεκατριών (13) ετών, και απαγγέλθηκε σε βάρος του στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για τρία (3) έτη. Β) ο τρίτος κατηγορούμενος Β. Α. του Α. του οποίου η ασκηθείσα α) της άμεσης συνέργειας στον συγκατηγορούμενό του Η. Π. κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια χρήσης πλαστού, που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000€), των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€) και β) τετελεσμένης απάτης από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000€), των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€) και καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλακίσεως έξι (6) ετών, η οποία μετατράπηκε προς τρία (3) ευρώ την ημέρα. Γ) η τέταρτη κατηγορούμενη Α. Μ. του Α. για α) χρήση πλαστού, από κοινού που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας) από κοινού με τον Η. Π., το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), β) απάτης από κοινού που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας) από κοινού με τον Η. Π. και τον Β. Α., το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλακίσεως τριών (3) ετών ανασταλείσα επί τριετία. Δ) ο έβδομος κατηγορούμενος Ε. Λ. του Λ. α) για χρήση πλαστού, από κοινού με τον Η. Π. που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), β) απάτης από κοινού με τους Η. Π. και Β. Α., που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλάκισης τριών (3) ετών ανασταλείσα επί τριετία.
Ε) ο όγδοος κατηγορούμενος Ν. Μ. του Α. α) για χρήση πλαστού που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας) από κοινού με τον Η. Π., το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€) και καταδικάστηκε σε ποινή φυλακίσεως δύο (2) ετών, που μετατράπηκε προς τρία (3) ευρώ την ημέρα. ΣΤ) ο ένατος κατηγορούμενος Θ. Μ. του Ν. α) χρήσης πλαστού που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), από κοινού με τον Η. Π., το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), β) απάτης από κοινού με τον Η. Π. και Β. Α. που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλακίσεως τριών (3) ετών ανασταλείσα επί τριετία. Ζ) ο ενδέκατος κατηγορούμενος Α. Π. του Χ. χρήσης πλαστού που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), από κοινού με τον Η. Π., το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο (2) ετών που μετατράπηκε προς τρία (3) ευρώ την ημέρα.
Η) ο δωδέκατος κατηγορούμενος Δ. Σ. του Χ. α) απάτης από κοινού με τον Η. Π. και τον Β. Α. που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), καταδικάστηκε σε ποινή φυλακίσεως δύο (2) ετών, που μετατράπηκε προς τρία (3) ευρώ την ημέρα. Θ) ο δέκατος τέταρτος (14ος) κατηγορούμενος Π. Σ. του Ι. α) για χρήση πλαστού από κοινού με τον Η. Π., που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), β) απάτης από κοινού με τον Η. Π. και τον Β. Α., που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλακίσεως τριών (3) ετών, που μετατράπηκε προς τρία (3) ευρώ την ημέρα. Ι) ο δέκατος πέμπτος κατηγορούμενος Κ. Τ. του Δ., α) χρήσης πλαστού από κοινού με τον Η. Π., που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), β) απάτης από κοινού με τον Η. Π. και τον Β. Α. που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλακίσεως τριών (3) ετών ανασταλείσα επί τριετία. Κ) δεκάτη έκτη κατηγορουμένη Σ. Χ. του Α., α) της χρήσης πλαστού από κοινού με τον Η. Π. που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), β) απάτης από κοινού με τον Η. Π. και Β. Α., που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλακίσεως τριών (3) ετών, ανασταλείσα επί τριετία Λ) δεκάτη εβδόμη (17η) κατηγορουμένη Π. Χ. του Σ. α) της χρήσης πλαστού από κοινού με τον Η. Π. που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), β) απάτης από κοινού με τον Η. Π. και τον Β. Α., που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), καταδικάστηκε σε συνολική ποινή φυλακίσεως τριών (3) ετών, που μετατράπηκε προς τρία (3) ευρώ την ημέρα Μ) δεκάτη ογδόη κατηγορουμένη Α. Β. του Γ., της χρήσης πλαστού από κοινού με τον Η. Π., που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), και καταδικάστηκε σε ποινή φυλακίσεως δύο (2) ετών, ανασταλείσα επί τριετία. Ν) δεκάτη ενάτη κατηγορουμένη Α. Μ. του Μ. της χρήσης πλαστού από κοινού με τον Η. Π., που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), και καταδικάστηκε σε ποινή φυλακίσεως δύο (2) ετών, ανασταλείσα επί τριετία. Ξ) εικοστό κατηγορούμενο Η. Β. του Σ., απάτης από κοινού με τον Η. Π. και τον Β. Α., που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), καταδικάστηκε σε ποινή φυλακίσεως δύο (2) ετών, ανασταλείσα επί τριετία. Περαιτέρω σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη λόγω της αναίρεσης της προσβαλλόμενης απόφασης για τον αναιρεσείοντα πρώτο κατηγορούμενο ως προς τις ποινές των πράξεων της απάτης και της πλαστογραφίας μετά χρήσεως σε συνδυασμό με το Ν.1608/1950, για τις οποίες καταδικάστηκε, ως προς τη συνολική ποινή, και ως προς τις επιβαρυντικές περιστάσεις της κατ’ επάγγελμα και συνήθεια τέλεσης των ανωτέρω πράξεων, στην τέλεση των οποίων συμμετείχαν κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στην προσβαλλόμενη απόφαση και οι ανωτέρω κατηγορούμενοι, το επωφελές ως προς τον αναιρεσείοντα Η. Π. αποτέλεσμα πρέπει να επεκταθεί στους ανωτέρω συγκατηγορουμένους του, συμμετόχους στις ανωτέρω πράξεις για τις οποίες και αυτοί καταδικάστηκαν, δεδομένου ότι ο λόγος για τον οποίο αυτή αναιρείται δεν αρμόζει αποκλειστικά στο πρόσωπο του αναιρεσείοντος και συγκεκριμένα πρέπει να αναιρεθεί Α) ως προς τον Β. Α. α) για τις ποινές για τις πράξεις που καταδικάστηκε και αναγκαίως και για τη συνολική ποινή, β) για τις διατάξεις του Ν.1608/1950 και γ) για τις επιβαρυντικές περιστάσεις της κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια τελέσεως των ανωτέρω πράξεων και Να παραπεμφθεί η υπόθεση κατά το υπό στοιχ. α) αναιρούμενο μέρος της για νέα εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από τους ίδιους Δικαστές, εφόσον είναι δυνατή η συγκρότηση και να απαλειφθούν οι διατάξεις α) του Ν.1608/1950 και β) της κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεσης των ανωτέρω πράξεων και Β) ως προς τους τρίτο Β. Α. του Α., τετάρτη Α. Μ. του Α., έβδομο Ε. Λ. του Λ., όγδοο Ν. Μ. του Α., ένατο Θ. Μ. του Ν., ενδέκατο Α. Π. του Χ., δωδέκατο Δ. Σ. του Χ., δέκατο τέταρτο Π. Σ. του Ι., δέκατο πέμπτο Κ. Τ. του Δ., δεκάτη έκτη Σ. Χ. του Α., δεκάτη εβδόμη Π. Χ. του Σ., δεκάτη ογδόη Α. Β. του Γ., δεκάτη ενάτη Α. Μ. του Μ. και εικοστό Η. Β. του Σ.: α) προς την ποινή της χρήσης πλαστού και της απάτης σε συνδυασμό με το Ν.1608/1950 που έκαστος εξ αυτών καταδικάστηκε και σε περίπτωση καταδίκης για περισσότερες πράξεις για τη συνολική ποινή, και β)για τις διατάξεις του Ν.1608/1950, να παραπεμφεί η υπόθεση κατά το υπό στοιχ. α) αναιρούμενο μέρος της για νέα εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από τους ίδιους Δικαστές, εφόσον είναι δυνατή η συγκρότηση και να απαλειφθούν από την προσβαλλόμενη απόφαση οι διατάξεις που αφορούν τις διατάξεις του Ν.1608/1950.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω πρέπει να απορριφθούν κατά τα λοιπά οι δύο αιτήσεις αναιρέσεως του Η. Π. και οι πρόσθετοι λόγοι αυτών.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 3-3-2020 και με αριθμό πρωτ. 2139/3-3-2020 αίτηση αναιρέσεως του Β. Α. του Α., κατοίκου …, κατά της υπ’ αριθμό 307/2019 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης.
Καταδικάζει τον ανωτέρω στα δικαστικά έξοδα από διακόσια πενήντα (250) ευρώ και στη δικαστική δαπάνη της υποστηρίζουσας η κατηγορία από πεντακόσια (500) ευρώ.
Αναιρεί εν μέρει την υπ’ αριθμό 307/2019 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Ως προς τον αναιρεσείοντα Η. Π. α) ως προς τις ποινές για τις πράξεις: 1) της πλαστογραφίας με χρήση κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000€), των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), και 2) της απάτης από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000€), των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), και αναγκαίως και ως προς τη συνολική ποινή, β) ως προς την επιβαρυντική περίπτωση της χρήσεως πλαστού, γ) ως προς τις διατάξεις του Ν.1608/1950, δ) ως προς τα διατάξεις της που αφορούν τις επιβαρυντικές περιστάσεις της κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεσης των πράξεων της πλαστογραφίας μετά χρήσεως και της απάτης και ε) ως προς τη διάταξή της περί επιβολής της παρεπομένης ποινής της αποστέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων για τρία (3) έτη.
Παραπέμπει την υπόθεση κατά το υπό στοιχ. (α) αναιρούμενο μέρος της για νέα εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από τους ίδιους Δικαστές, εφόσον είναι δυνατή η συγκρότηση.
Απαλείφει από την προσβαλλόμενη απόφαση τις διατάξεις της που αφορούν α)την επιβαρυντική περίπτωση της χρήσεως πλαστού β)από το Ν.1608/1950, γ)τις επιβαρυντικές περιστάσεις της κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεσης των πράξεων της πλαστογραφίας μετά χρήσεως και της απάτης και δ) που απαγγέλλουν στον αναιρεσείοντα αποστέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για τρία (3) έτη και, Επεκτείνει το ως άνω αναιρετικό αποτέλεσμα: 1) ως προς τον τρίτο κατηγορούμενο Β. Α. του Α. ως προς τις ποινές. α) της άμεσης συνέργειας κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια χρήσης πλαστού, που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος με βλάβη της Τράπεζας, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000€), των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€) και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), και β) τετελεσμένης απάτης από κοινού και κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, που στρέφεται κατά νομικού προσώπου του άρθρου 263 Α περ. β’ του παλαιού ΠΚ (Τράπεζας), το δε επιδιωκόμενο όφελος που επετεύχθη προξενώντας αντίστοιχη ζημία στην Τράπεζα, υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000€), των εκατόν είκοσι χιλιάδων ευρώ (120.000€), αλλά και των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000€), και αναγκαίως και ως προς τη συνολική ποινή β) ως προς τις διατάξεις του Ν.1608/1950 και γ) ως προς τις επιβαρυντικές περιστάσεις της κατ’ επάγγελμα και συνήθεια τελέσεως των πράξεων αυτών.
Παραπέμπει την υπόθεση κατά το υπό στοιχ. α αναιρούμενο μέρος της των ποινών για νέα εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από τους ίδιους Δικαστές, εφόσον είναι δυνατή η συγκρότηση.
Απαλείφει από την προσβαλλόμενη απόφαση τις διατάξεις της που αφορούν 1) τις διατάξεις του Ν.1608/1950, 2) τις επιβαρυντικές περιστάσεις της κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεση των πράξεων για τις οποίες καταδικάστηκε και 3) ως προς τους κατηγορουμένους: τετάρτη Α. Μ. του Α., έβδομο Ε. Λ. του Λ., όγδοο Ν. Μ. του Α., ένατο Θ. Μ. του Ν., ενδέκατο Α. Π. του Χ., δωδέκατο Δ. Σ. του Χ., δέκατο τέταρτο Π. Σ. του Ι., δέκατο πέμπτο Κ. Τ. του Δ., δεκάτη έκτη Σ. Χ. του Α., δεκάτη εβδόμη Π. Χ. του Σ., δεκάτη όγδοη Α. Β. του Γ., δεκάτη ενάτη Α. Μ. του Μ. και εικοστό Η. Β. του Σ.: α) ως προς τις ποινές των πράξεων της χρήσης πλαστού και της απάτης σε συνδυασμό με το Ν.1608/1950 και σε περίπτωση καταδίκης για περισσότερες πράξεις και για τη συνολική ποινή και β) για τις διατάξεις του Ν.1608/1950.
Παραπέμπει την υπόθεση κατά το υπό στοιχ. α) αναιρούμενο μέρος της των ποινών για νέα εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από τους ίδιους Δικαστές, εφόσον είναι δυνατή η συγκρότηση.
Απαλείφει από την προσβαλλόμενη απόφαση τις διατάξεις που αφορούν τις διατάξεις του Ν.1608/1950.
Απορρίπτει κατά τα λοιπά τις αιτήσεις του Η. Π. του Θ. από α) 27-5-2019 και με αριθμό 12/2019, ασκηθείσα ενώπιον του Γραμματέα του Εφετείου Θεσσαλονίκης β) από 28-1-2020 και με αριθμό πρωτ. 1015/29-1-2020, ασκηθείσα με δήλωση που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και γ) τους από 16-10-2020 προσθέτους λόγους, για αναίρεση της υπ’ αριθμό 307/17-5-2019 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Ιουνίου 2021.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 27 Ιουλίου 2021.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ