ΑΠ 527/2014 - ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ - Επιεικέστερος ο ν. 4139/2013, αφού μεταβάλλει το νομικό χαρακτηρισμό της πράξης από κακούργημα σε πλημμέλημα για τον εξαρτημένο δράστη. Αναίρεση απόφασης και παύση οριστικά της ποινικής δίωξης λόγω παραγραφής

Αριθμός 527/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Κουτσόπουλο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο - Εισηγητή, Κωνσταντίνο Φράγκο, Μαρία Βασιλάκη και Χρυσούλα Παρασκευά, Αρεοπαγίτες. Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 17 Σεπτεμβρίου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κατσιρώδη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ. Μ. του Μ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Κοσμάτο, για αναίρεση της υπ' αριθ. 1951-1952/2011 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην υπ' αριθμ. πρωτ. 2364/26 Μαρτίου 2012 αίτησή του αναιρέσεως και στους με ημερομηνία κατάθεσης 15 Ιουλίου 2013 προσθέτους λόγους, τα οποία καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 840/2012.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 22-3-2012 αίτηση αναιρέσεως του κατηγορουμένου Χ. Μ., καθώς και οι από 11-7-2013, με ξεχωριστό δικόγραφο, από τον αυτό κατηγορούμενο, κατατεθέντες πρόσθετοι λόγοι κατά της υπ' αριθμ. 1951-1952/2011 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα. Είναι συναφείς και πρέπει να συνεκδικαστούν.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 148-153, 473 παρ 2, 474 παρ.2, 476 παρ.1, 509 παρ.1, και 510 ΚΠΔ, προκύπτει ότι για το κύρος και κατ' ακολουθία για το παραδεκτό της αίτησης αναίρεσης κατά αποφάσεως πρέπει στη δήλωση ασκήσεως αυτής να περιέχονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο οι λόγοι για τους οποίους ασκείται. Αν δεν περιέχεται σ' αυτήν ένας τουλάχιστον ορισμένος λόγος από τους αναφερόμενους περιοριστικά στο άρθρο 510 παρ.1 ΚΠΔ, η αίτηση είναι απαράδεκτη και ως τέτοια απορρίπτεται (άρθρα 476 παρ.1, 513 παρ.1, εδ.α' ΚΠΔ). Για να είναι δε ορισμένος ο προβαλλόμενος από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' ΚΠΔ, λόγος της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, πρέπει να προσδιορίζεται σε τι συνίσταται η έλλειψη αυτή σε σχέση με το συγκεκριμένο ή τα συγκεκριμένα πληττόμενα κεφάλαια της προσβαλλόμενης απόφασης. Περαιτέρω, από τις ίδιες διατάξεις, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 509 παρ.2 ΚΠΔ, η οποία ορίζει ότι εκτός από τους λόγους που αναφέρονται στη δήλωση για την αναίρεση, μπορούν να προταθούν και πρόσθετοι λόγοι με έγγραφο που κατατίθεται στο γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, συνάγεται ότι για το παραδεκτό των πρόσθετων λόγων αναίρεσης, πρέπει να είναι παραδεκτή η αίτηση αναίρεσης. Εάν είναι απαράδεκτη η αίτηση αναίρεσης, εκτός των άλλων λόγων και διότι είναι αόριστοι και ασαφείς οι λόγοι της, τότε είναι απαράδεκτοι και οι πρόσθετοι λόγοι αναίρεσης και δεν επιτρέπεται με αυτούς ούτε ακόμη και η διασαφήνιση, ανάπτυξη ή συμπλήρωση των αορίστων και ασαφών λόγων της αίτησης αναίρεσης. Επίσης, δεν επιτρέπεται να εξεταστούν ούτε αυτεπαγγέλτως από τον Άρειο Πάγο, εάν πρόκειται για λόγους που αναφέρονται στα στοιχεία Α', Γ', Δ', Ε', ΣΤ' και Η' του άρθρου 510 παρ.1 ΚΠΔ, διότι η αυτεπάγγελτη αυτή έρευνα, που προβλέπεται από το επόμενο άρθρο 511 του ίδιου Κώδικα, προϋποθέτει παραδεκτή αίτηση αναίρεσης.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την κρινόμενη αίτηση, επιδιώκεται η αναίρεση της, με αριθμούς 1951-1952/2011, απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, με την οποία ο αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος και καταδικάστηκε για τις πράξεις της αγοράς και κατοχής ναρκωτικών ουσιών, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, ως τοξικομανής, κατά συρροή και, για μερικές πράξεις, κατ' εξακολούθηση, καθώς και της κατοχής όπλων και πυρομαχικών και του επιβλήθηκε συνολική ποινή κάθειρξης έξι (6) ετών και έξι (6)μηνών και συνολική χρηματική ποινή δεκαπέντε χιλιάδων πεντακοσίων (15.500) ευρώ.
Περαιτέρω, με το κύριο δικόγραφο της επίδικης αναίρεσης, ο αναιρεσείων προβάλλει τις αιτιάσεις ότι το δικάσαν Δικαστήριο, χωρίς ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, απέρριψε τους αυτοτελείς ισχυρισμούς του: α)να μεταβληθεί η κατηγορία σε βάρος του σε προμήθεια για ιδία χρήση (πρώτος λόγος) και β)να του αναγνωριστούν οι ελαφρυντικές περιστάσεις: αα) της ειλικρινούς μεταμέλειας, διότι συνέβαλε στην εξάρθρωση κυκλωμάτων διακίνησης, ναρκωτικών (δεύτερος λόγος) και ββ) της καλής συμπεριφοράς για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την πράξη του, αφού παρακολούθησε με επιτυχία πρόγραμμα απεξάρτησης (τρίτος λόγος). Κατά συνέπεια, στη δήλωση ασκήσεως της αναιρέσεως, περιέχονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, οι λόγοι για τους οποίους αυτή ασκείται. Πρέπει να σημειωθεί ότι η επιβαλλομένη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ιδίου Κώδικα αντίστοιχο λόγο αναιρέσεως, πρέπει να εκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς του κατηγορουμένου, όπως είναι και οι ισχυρισμοί του: α) περί επιτρεπτής μεταβολής της κατηγορίας, σε προμήθεια ναρκωτικών ουσιών για ιδία χρήση (βλ. ΑΠ 91/2009, ΑΠ 118/03, ΑΠ 1429/00), ακόμα και αν προβάλλονται από τοξικομανή, αφού κατά το άρθρ. 30 παρ.4β του Ν. 3459/2006 (Κ.Ν.Ν.), όσοι απέκτησαν την έξη της χρήσης ναρκωτικών και δεν μπορούν να την αποβάλουν με τις δικές τους δυνάμεις, υποβάλλονται σε ειδική μεταχείριση κατά τους όρους του νόμου αυτού και β)για συνδρομή στο πρόσωπό του ελαφρυντικής περιπτώσεως από τις αναφερόμενες στο άρθρο 84 παρ.2 ΠΚ, αφού η παραδοχή τους οδηγεί στην επιβολή μειωμένης, κατά το άρθρο 83 του αυτού Κώδικα, ποινής. Ως ελαφρυντικές δε περιστάσεις κατά την παρ.2 του άρθρ. 84 ΠΚ είναι και οι προβλεπόμενες με στοιχεία δ' και ε', ήτοι, ο υπαίτιος επέδειξε ειλικρινή μετάνοια και επιδίωξε να άρει ή να μειώσει τις συνέπειες της πράξης του (στοιχ. δ') και ότι ο υπαίτιος συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του (στοιχ. ε'). Δηλαδή, στην κρινόμενη υπόθεση, και οι τρεις (3) λόγοι του κυρίου δικογράφου της αναίρεσης, είναι παραδεκτοί. Έτσι, εφόσον η παρούσα αναίρεση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα και περιέχεται σε αυτή, σύμφωνα με τα άρθρα 474 παρ.2 και 509 ΚΠΔ, ένας τουλάχιστον παραδεκτός λόγος, από τους αναφερόμενους στο άρθρο 510 παρ.1 ΚΠΔ (εν προκειμένω ο με στοιχεία Δ') λόγους, η αίτηση αναίρεσης είναι τυπικά παραδεκτή (ΑΠ 767/2013, Αρμ. 67.1926). Κατά συνέπεια, αφού η αίτηση αναίρεσης, είναι τυπικά παραδεκτή, είναι επίσης παραδεκτός ο πρόσθετος λόγος, ο οποίος, κατά τα ανωτέρω, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, με κατάθεσή του στο γραμματέα της εισαγγελίας του Αρείου Πάγου. Με το λόγο αυτόν, ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ισχυρίζεται ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση, ενώ καταδικάστηκε για τις πράξεις της αγοράς και κατοχής ναρκωτικών ουσιών, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, με την ιδιότητα του εξαρτημένου, δηλαδή για έγκλημα, που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 30 παρ.4β' του Ν. 3459/2006 και τιμωρείται με ποινή κάθειρξης 5-10 ετών, ως κακούργημα, ωστόσο, μετά τη δημοσίευση του Ν. 4139/2013 "περί εξαρτησιογόνων ουσιών και άλλες διατάξεις", δεν είναι πλέον αξιόποινες (ως επιβαρυντικές περιστάσεις), η κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεση της πράξης αυτής από εξαρτημένο δράστη. Έτσι, με το νέο νόμο, οι πράξεις διακίνησης ναρκωτικών, που τελεί εξαρτημένος, έχουν πλέον το χαρακτήρα πλημμελήματος και τιμωρούνται ως τέτοια από τη διάταξη του άρθρου 30 παρ.4β' Ν. 4139/2013, εκτός αν πρόκειται για τις διακεκριμένες πράξεις διακίνησης του άρθρου 22, για τις οποίες απειλείται ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης έως 10 έτη, κατά το άρθρο 30 παρ.4 περ.δ' άνω Ν. 4139/2013 πράγμα το οποίο δεν προέκυψε ότι συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση. Και ότι οι πιο πάνω πράξεις, για τις οποίες αυτός καταδικάστηκε σε βαθμό κακουργήματος, σε ποινή κάθειρξης έξι (6) ετών, μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4139/2013, φέρουν πλέον το χαρακτήρα πλημμελήματος και, με δεδομένο ότι από την τέλεση των πράξεων αυτών, έχει παρέλθει χρονικό διάστημα πλέον των οκτώ (8) ετών, κατ' εφαρμογή του τελευταίου νόμου, που είναι γι' αυτόν επιεικέστερος, εφόσον περιέχει ευμενέστερες γι' αυτόν διατάξεις, αφού μεταβάλλει το νομικό χαρακτηρισμό της πράξης από κακούργημα σε πλημμέλημα, κατ' άρθρο 2 παρ.2 ΠΚ, πρέπει να παύσει οριστικά η ποινική δίωξη, για τις πράξεις αυτές, λόγω παραγραφής. Το ποινικό δικαστήριο ερμηνεύει και εφαρμόζει τον ουσιαστικό ποινικό νόμο, όπως αυτός ισχύει κατά τη δημοσίευση της αποφάσεως. Κατ' εξαίρεση, αν από την τέλεση της αξιόποινης πράξης έως την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσαν δύο ή περισσότεροι νόμοι, εφαρμόζεται αυτός που περιέχει τις ευμενέστερες για τον κατηγορούμενο διατάξεις (άρθρο 2 § 1 του ΠΚ). Αντιστοίχως, και ο Άρειος Πάγος κατ' εξαίρεση επίσης της αρχής συμφωνά με την οποία εξετάζει αν ο δικαστής της ουσίας εφάρμοσε ορθώς τον νόμο όπως αυτός ίσχυε κατά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης αποφάσεως, είτε ερευνά τη μη εφαρμογή του επιεικέστερου νόμου που ίσχυε ήδη κατά τη δημοσίευση της αποφάσεως αν προταθεί ως αναιρετικός λόγος (άρθρο 510 § 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ), είτε σύμφωνα με το άρθρο 511 εδαφ. γ' του ΚΠΔ, όπως τούτο αντικαταστάθηκε από το άρθρο 50 § 5 του ν.3160/2003, υποχρεούται αυτεπαγγέλτως να εφαρμόσει τον επιεικέστερο ποινικό νόμο που ίσχυσε μετά το χρονικό όριο αυτό, τέτοιος δε επιεικέστερος Νόμος είναι και ο αναφερόμενος στην παραγραφή και την αναστολή της παραγραφής. Έτσι, σε περίπτωση μεταβολής της νομοθεσίας (ως προς το νομικό χαρακτηρισμό της πράξης και, κατά συνέπεια, μεταβολής) ως προς το χρόνο της παραγραφής ή το χρόνο της αναστολής της παραγραφής της αξιόποινης πράξης, θα εφαρμοσθεί αυτεπαγγέλτως ο επιεικέστερος νόμος που ίσχυσε μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης αποφάσεως και μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, αφού η παραγραφή και η αναστολή της παραγραφής είναι θεσμοί του ουσιαστικού δικαίου και εφαρμόζεται και επ' αυτών η αρχή της αναδρομικής ισχύος του ηπιότερου νόμου, που καθιερώνεται με το παραπάνω άρθρο 2 § 1 του ΠΚ. Σε περίπτωση δε παραγραφής της αξιόποινης πράξεως ο Άρειος Πάγος ανεξαρτήτως της βασιμότητας των προβαλλόμενων λόγων αναιρέσεως και υπό τον όρο μόνο ότι η αναίρεση είναι παραδεκτή, υποχρεούται, εφαρμόζοντας αυτεπαγγέλτως τον επιεικέστερο περί παραγραφής νόμο που ίσχυσε μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης αποφάσεως, να αναιρέσει την απόφαση αυτή και να παύσει οριστικώς την ποινική δίωξη κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 370 εδαφ. β' του ΚΠΔ. Όπως δε στην προκειμένη περίπτωση, προκύπτει από την επιτρεπτή επισκόπηση των στοιχείων του φακέλου της δικογραφίας στην οποία το Δικαστήριο προβαίνει για την έρευνα της βασιμότητας των προβαλλομένων λόγων αναιρέσεως και ειδικότερα, από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως προκύπτει ότι, έγινε δεκτό από το δικάσαν Δικαστήριο ότι η επίδικη πράξη τελέστηκε από τον κατηγορούμενο στις 31 Ιανουαρίου και στις 2 Φεβρουαρίου 2005. Επακολούθησε καταδίκη του με την 1951-1952/23-29-11-/2011 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης (προσβαλλόμενη) για την πιο πάνω, κακουργηματική τότε, πράξη, σε κάθειρξη έξι (6) ετών και σε χρηματική ποινή δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ, για παράβαση του άρθρου 30 παρ.4 περ.β' του Ν. 3459/2006. Στη συνέχεια, δημοσιεύθηκε ο Ν. 4139/20-3-2013, με έναρξη ισχύος από την άνω δημοσίευσή του. Κατά τον νόμο αυτόν, οι πράξεις διακίνησης ναρκωτικών, που τελεί εξαρτημένος, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, έχουν πλέον το χαρακτήρα πλημ/τος, τιμωρούμενες από τη διάταξη του άρθρου 30 παρ.4 περ.β' Ν. 4139/2013, εκτός αν πρόκειται για τις διακεκριμένες περιπτώσεις του άρθρου 22 του ιδίου νόμου, που δεν προέκυψε ότι συντρέχουν στην παρούσα περίπτωση. Έτσι, αφού η άνω πράξη, που φέρεται ότι τελέστηκε στις 31-1-2005 και στις 2-2-2005, τιμωρούμενη πλέον σε βαθμό πλημ/τος και έκτοτε, μέχρι τη συζήτηση της κρινόμενης αίτησης (17-9-2013), έχει παρέλθει χρονικό διάστημα, πλέον της οκταετίας και το αξιόποινο αυτής έχει εξαλειφθεί με παραγραφή. Επομένως, ο Άρειος Πάγος, κατά τα εκτιθέμενα παραπάνω, ανεξαρτήτως της βασιμότητας των προβαλλομένων λόγων αναιρέσεως και υπό τον όρο μόνο ότι η αναίρεση είναι παραδεκτή, αλλά, και κατά παραδοχή του πρόσθετου λόγου ως ουσιαστικά βασίμου, εφαρμόζοντας αυτεπαγγέλτως τον επιεικέστερο νόμο, που ίσχυσε μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης αποφάσεως, υποχρεούται να αναιρέσει κατά τούτο (εν μέρει) την απόφαση αυτή και να παύσει οριστικά την ποινική δίωξη για την πράξη των ναρκωτικών κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 370 εδ.β' του ΚΠΔ. Για την πράξη της κατοχής πυρομαχικών, δεν διατυπώνεται παράπονο από τον αναιρεσείοντα με τους λόγους του κυρίου δικογράφου ή με τον πρόσθετο λόγο και λόγω του αμετακλήτου της πράξεως αυτής, το Δικαστήριο τούτο δεν θα ασχοληθεί.
Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο τούτο, εφαρμόζονται αυτεπαγγέλτως τον, κατά τα άνω, επιεικέστερο νόμο, εφόσον η αναίρεση είναι παραδεκτή, αλλά και εφόσον ο πρόσθετος λόγος κρίθηκε βάσιμος, αφού αναιρέσει ως προς το άνω κεφάλαιό της (της καταδίκης για παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών) την προσβαλλόμενη απόφαση, πρέπει να παύσει οριστικά την ποινική δίωξη κατά του κατηγορουμένου για την παραπάνω πράξη, λόγω παραγραφής, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί τη με αριθμούς 1951-1952/2011 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης κατά το μέρος με το οποίο ο αναιρεσείων καταδικάσθηκε για τις πράξεις της αγοράς και κατοχής ναρκωτικών ουσιών, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, ως τοξικομανής, κατά συρροή και για μερικές πράξεις κατ' εξακολούθηση. Παύει οριστικά την ποινική δίωξη, λόγω παραγραφής, για τις άνω πράξεις, που φέρεται ότι τέλεσε ο κατηγορούμενος - αναιρεσείων, Χ. Μ. του Μ., κάτοικος ..., στις 31 Ιανουαρίου 2005 και στις 2 Φεβρουαρίου 2005 στη Θεσσαλονίκη.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 28 Ιανουαρίου 2014. Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 14 Απριλίου 2014.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                                                                                                                                              Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ