ΑΠ 143/2018 - ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑ ΑΠΟ ΑΜΕΛΕΙΑ. ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΜΕΛΕΙΑ. Αναιρείται η προσβαλλόμενη απόφαση για ιατρική αμέλεια καρδιολόγου για απόλυτη ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο λόγω λήψης υπόψη πραγματογνωμοσύνης, η οποία δεν αναγνώσθηκε δημόσια

Αριθμός 143/2018
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Γαλάνη - Λεοναρδοπούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αρτεμισία Παναγιώτου - Εισηγήτρια, Γεώργιο Αναστασάκο, Μαρία Γεωργίου και Ευφροσύνη Καλογεράτου - Ευαγγέλου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Ιανουαρίου 2018, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χαράλαμπου Βουρλιώτη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1)Ι. Κ. του Γ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Παύλο Τοπαλνάκο και 2)Π. Κ. του Κ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Κοσμάτο, για αναίρεση των αποφάσεων: Α)3504/2016 του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης και Β)1360/2015 του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Με πολιτικώς ενάγουσα την Θ. Ζ. του Κ., κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Χριστίνα Παπότη.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης με τις ως άνω αποφάσεις του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτές, και oι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις: α)από 25-9-2017 αίτηση αναίρεσης και στους από 22-12-2017 προσθέτους λόγους του πρώτου αναιρεσείοντος και β)την υπ’ αριθμ.πρωτ....18-9-2017 και από 27-9-2017, δύο (2) αιτήσεις αναίρεσης και στους από 20-12-2017 προσθέτους λόγους του δεύτερου αναιρεσείοντος, τα οποία καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό .../17.
Αφού άκουσε
Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνουν δεκτές εν μέρει οι αιτήσεις αναίρεσης, μόνο όσον αφορά την απόλυτη ακυρότητα που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο και να απορριφθούν κατά τα λοιπά οι ως άνω αιτήσεις αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι αυτών και συνακόλουθα να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ.3504/2016 απόφαση και να παραπεμφθεί για νέα εκδίκαση.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 514 εδ. γ’ ΚΠΔ, δεν επιτρέπεται δεύτερη αίτηση αναιρέσεως κατά της ιδίας αποφάσεως. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, προϋπόθεση για την απαγόρευση ασκήσεως δεύτερης αιτήσεως αναιρέσεως είναι να έχει προηγηθεί κρίση επί της πρώτης. Στην αντίθετη περίπτωση που η πρώτη εκκρεμεί, παραδεκτά ασκείται εντός της νόμιμης προθεσμίας δεύτερη αναίρεση, η οποία είναι συμπληρωματική της πρώτης και συνεξετάζεται με αυτή (ΑΠ 1209/2016, ΑΠ 66/2014).
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα έγγραφα της δικογραφίας κατά της υπ’ αριθ. 3504/2016 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημ/των) Θεσσαλονίκης, η οποία καταχωρήθηκε στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 473 παρ. 3 ΚΠΔ στις 18-9-2017 καθώς και της υπ’ αριθμ. 1360/2015, συμπροσβαλλομένης κατ’ αρθ. 504 παρ.4 ΚΠΔ, προπαρασκευαστικής αποφάσεως του ίδιου Δικαστηρίου, ασκήθηκαν : Α) από τον κατηγορούμενο - αναιρεσειοντα Ι. Κ. του Γ. : α) η από 25-9-2017 αίτηση αναιρέσεως, που ασκήθηκε εμπροθέσμως στις 25-9-2017 ενώπιον του Γραμματέα του Εφετείου Θεσσαλονίκης, συνταχθείσης της με αριθμό …2017 εκθέσεως και β) οι από 22-12-2017 πρόσθετοι λόγοι, που κατατέθηκαν εμπρόθεσμα με χωριστό δικόγραφο στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου στις 22-12-2017 και Β) από τον κατηγορούμενο-αναιρεσείοντα Π. Κ. του Κ. : α) Η, προ της καταχωρίσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως στο ειδικό βιβλίο, από 10-9-2017 πρώτη αίτηση αναιρέσεως, που ασκήθηκε εμπροθέσμως με δήλωση του αναιρεσείοντα, που επιδόθηκε στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στις 18-9-2017 και έλαβε αριθμό γενικού πρωτοκόλλου ..., β) Μ από 27-9-2017 δεύτερη αίτηση αναιρέσεως, που ασκήθηκε εμπροθέσμως την 27-9-2017 ενώπιον του Γραμματέα του Εφετείου Θεσσαλονίκης, συνταχθείσης της με αριθμό …2017 εκθέσεως και γ) οι από 20-12-2017 πρόσθετοι λόγοι, που κατατέθηκαν εμπρόθεσμα με χωριστό δικόγραφο στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου στις 20-12-2017. Από την επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι έχει συζητηθεί η πρώτη εκ των παραπάνω αιτήσεων του Π. Κ. και ότι έχει εκδοθεί απόφαση επ’ αυτής, αλλά το πρώτον και οι δύο εισάγονται να συζητηθούν στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσης δικάσιμο.
Συνεπώς, η δεύτερη αίτηση επιτρεπτώς ασκείται και πρέπει να συνεξετασθεί με την πρώτη, όλες δε οι αιτήσεις αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι αυτών πρέπει να συνεκδικασθούν λόγω της μεταξύ τους συνάφειας.
…….Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 329, 331, 333, 358, 364 παρ. 2 και 369 ΚΠΔ, προκύπτει ότι η λήψη υπόψη και η συνεκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας, ως αποδεικτικών στοιχείων για το σχηματισμό της κρίσης του για την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορουμένου, εγγράφων που δεν αναγνώστηκαν κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, συνιστά απόλυτη ακυρότητα και ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ ΚΠΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 171 παρ. 1 περίπτωση δ’ του ίδιου Κώδικα, λόγο αναίρεσης, διότι έτσι παραβιάζεται η άσκηση του, κατά το άρθρο 358 του ίδιου Κώδικα, δικαιώματος του κατηγορουμένου να προβαίνει σε δηλώσεις, παρατηρήσεις και εξηγήσεις σχετικά με τα αποδεικτικά αυτά μέσα, εκτός αν αυτά αποτελούν στοιχεία του κατηγορητηρίου ή το υλικό αντικείμενο του εγκλήματος ή είναι διαδικαστικά έγγραφα ή αναφέρονται διηγηματικά στην απόφαση ή το περιεχόμενο τους προκύπτει από άλλα αποδεικτικά μέσα. Δεν είναι δε απαραίτητο να αναφέρεται στα συντασσόμενα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασης του δικαστηρίου σε ποιο αποδεικτικό θέμα αφορά το κάθε έγγραφο, ούτε να καταχωρίζεται το περιεχόμενο του εγγράφου που αναγνώσθηκε, αρκεί να διαλαμβάνονται στα πρακτικά προσδιοριστικά της ταυτότητας του στοιχεία, κατά τρόπο ώστε να μπορεί να διαγνωσθεί αν αναγνώσθηκε όλο το περιεχόμενο του και ο κατηγορούμενος, γνωρίζοντας πλήρως την ταυτότητα του, είχε την ευχέρεια να ασκήσει τα εκ του άρθρου 358 προβλεπόμενα δικαιώματα του, καθόσον με την ανάγνωση του το έγγραφο γίνεται κτήμα του και έχει τη δυνατότητα να διατυπώσει τις δηλώσεις του και εξηγήσεις του για το αποδεικτικό αυτό μέσο.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλομένη απόφαση του, το Τριμελές Εφετείο (Πλημ/των) Θεσσαλονίκης κήρυξε ενόχους του κατηγορουμένους του ότι: "Στις Σέρρες στις 5-6/3/2010 από αμέλεια τους, ήτοι από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλαν κατά τις περιστάσεις, μπορούσαν και ήταν υποχρεωμένοι λόγω του επαγγέλματος τους να καταβάλλουν, δεν προέβλεψαν το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη τους και επέφεραν το θάνατο άλλου. Ειδικότερα, ο μεν, πρώτος εξ αυτών, Π. Κ. του Κ. και της Ζ., ως ιατρός με την ειδικότητα του καρδιολόγου, Διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Σερρών, ο δε, δεύτερος εξ αυτών, Ι. Κ. του Γ. και Β., ως ιατρός με την ειδικότητα του καρδιολόγου του Γενικού Νοσοκομείου Σερρών, εφημερεύουν επιμελητής ιατρός Καρδιολόγος από τις 14:00 της Παρασκευής 5/3/2010 έως τις 09:00 το πρωί του Σαββάτου 6/3/2010, από αμέλεια τους δεν προέβλεψαν το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη τους και επέφεραν το θάνατο του Α. Σ. του Π. και της Κ., γεννηθέντα στις 29/10/1966. Συγκεκριμένα, ο θανών, προσήλθε στα εξωτερικό ιατρεία του Γενικού Νοσοκομείου Σερρών στις 5/3/2010 και περί ώρα 05:30 αιτιώμενος οξύ θωρακικό άλγος. Από τη λήψη του ιστορικού και την κλινική εξέταση, η πρώτη διάγνωση ήταν οξύ στεφανιαίο σύνδρομο και για το λόγο αυτό τέθηκε σε αγωγή με ασπιρίνη (salospir), β-αποκλειστή (neocardon), αναστολέα του μετατρεπτικού ενζύμου (tanatril) και γαστροπροστασία (nexium). Ακολούθως, και μετά από σειρά εξετάσεων εισήχθη στην καρδιολογική κλινική, όπου στις 6/3/2010 και περί ώρα 09:30 απεβίωσε από καρδιακό επιπωματισμό συνεπεία διαχωρισμού και ρήξης της αορτής και του διαχωριστικού ανευρύσματος στο επίπεδο του αορτικού τόξου και σχηματισμό αιμοπερικαρδίου. Από την υπ’ αριθμ.πρωτ....2010 ιατροδικαστική έκθεση καταδεικνύεται πως το διαχωριστικό ανεύρυσμα, που δημιουργήθηκε εξαιτίας της ρήξης της αορτής στο αορτικό τόξο, εντοπιζόταν στο επίπεδο του αορτικού τόξου, η έκταση του ήταν μικρή, 3εκ., και ο διαχωρισμός ήταν επιμήκης, η μόνη επέκταση που αναφέρεται είναι προς την αορτική βαλβίδα, τους κόλπους του Valsalva και το περικάρδιο, και υπήρχε αιμοπερικάρδιο με σημαντική (μεγαλύτερη των 500 κ.ε.) ποσότητα αίματος (για οξεία εγκατάσταση, οπότε το περικάρδιο δεν διατείνεται εύκολα), με αποτέλεσμα την αιφνίδια εγκατάσταση επιπωματισμού. Εντούτοις, ο θάνατος αυτού θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, εάν αμφότεροι οι κατηγορούμενοι, υπό τις προαναφερθείσες ιδιότητες τους, ενεργώντας συγχρόνως και διαδοχικά, επεδείκνυαν το αντικειμενικώς επιβαλλόμενο καθήκον επιμέλειας, το οποίο όφειλαν κατά τις περιστάσεις, μπορούσαν και ήταν υποχρεωμένοι συμφώνως προς τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες της επιστήμης τους να καταβάλλουν, και ειδικότερα έθεταν την υποψία ύπαρξης διαχωρισμού της αορτής και ρήξης στο επίπεδο του αορτικού τόξου και δημιουργίας διαχωριστικού ανευρύσματος στη διαφορική τους διάγνωση, που θα μπορούσε στη φάση της εισαγωγής του θανόντος να οδηγήσει στη διάγνωση, κατόπιν διενέργειας αξονικής τομογραφίας, την οποία παρέλειψαν για παραγγείλουν, και, συνακόλουθα, στην όποια απόφαση παρέμβασης για την αποκατάσταση του, η οποία είναι χειρουργική (άμεση ή σε δεύτερο χρόνο) αλλά και συντηρητική και αυτό θα εξαρτηθεί από την εντόπιση, την έκταση του διαχωρισμού και τις επιπτώσεις του, και υπάρχει απόλυτη αντένδειξη για τη χορήγηση αντιθρομβωτικων φαρμάκων (ιδιαίτερα των ινωδολυτικων και των αντιπηκτικών)" Προκειμένου να αχθεί στην ανωτέρω καταδικαστική κρίση του, το Δικαστήριο δέχτηκε κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι, από τα αποδεικτικά μέσα που κατ’ είδος στο προοίμιο του σκεπτικού της αποφάσεως του αναφέρει (ανωμοτί κατάθεση πολιτικώς ενάγουσας, ένορκες καταθέσεις μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, αναγνωσθέντα έγγραφα, από 3-1-2012 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του καθηγητή Καρδιολογίας του ΑΠΘ Γ. Γ., από 5-4-2012 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του ειδικού καρδιολόγου -καθηγητή στη Β’ Καρδιολογική Κλινική του ΑΠΘ Γ. Μ., υπ’ αριθμ. ...13-3-2010 ιατροδικαστική έκθεση του ιατροδικαστή της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης Π. Μ., από 5-10-2016 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της παθολογοανατόμου καθηγήτριας του Εργαστηρίου ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Α. Μ. και του από 14-10-2016 διευκρινιστικού της ως άνω πραγματογνωμοσύνης εγγράφου της ίδιας πραγματογνώμονα και απολογίες κατηγορουμένων), αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Στις 5-3-2010 και περί ώρα περίπου 05.30, ο Α. Σ. του Π., ηλικίας 44 ετών, σύζυγος της πολιτικώς ενάγουσας, προσήλθε στα εξωτερικά ιατρεία του Γενικού Νοσοκομείου Σερρών, αιτιώμενος οξύ θωρακικό άλγος και οπισθοστερνική δυσφορία. Οι θεράποντες ιατροί κατηγορούμενοι και δη ο πρώτος Π. Κ., ιατρός με την ειδικότητα του καρδιολόγου και διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Σερρών και ο δεύτερος Ι. Κ., ιατρός με την ειδικότητα του καρδιολόγου και διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής του ίδιου νοσοκομείου, εφημερεύων επιμελητής, λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό του ασθενή ήτοι οικογενειακό ιστορικό υπέρτασης, καπνιστής και υπέρβαρος και την κλινική εξέταση του, διέγνωσαν αρχικά πιθανό οξύ στεφανιαίο σύνδρομο και έθεσαν τον ασθενή σε αγωγή με Salospir (αντιαιμοπεταλιακό), Nexium 40 mg (αναστολέας αντλίας πρωτονίων), Tanatril 20 mg (αντιϋπερτασικό) και Neocardon 100 mg (β’ αναστολέας που μειώνει τις ανάγκες του μυοκαρδίου σε οξυγόνο). Με βάση τα αποτελέσματα του ηλεκτροκαρδιογραφήματος, των βιοχημικών εξετάσεων, της ακτινογραφίας θώρακος και του υπερηχοκαρδιογραφήματος, δεν διαπιστώθηκε οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, ως αιτία του άλγους του ασθενούς, δεδομένου ότι στα ηλεκτροκαρδιογραφήματα δεν διαπιστώθηκαν ειδικές μεταβολές (ενδεικτικές ισχαιμίας, εμφράγματος υπερτροφίας κλπ) στο δε υπερηχοκαρδιογράφημα το μόνο που διαπιστώθηκε ήταν υπερτροφία του μεσοκοιλιακού διαφράγματος, χωρίς ευρήματα δυσλειτουργίας κάποιας βαλβίδας το δε περικάρδιο ήταν ελεύθερο υγρού, χωρίς ιδιαίτερη διάταση της ρίζας της αορτής (διάμετρος 38 mm με φυσιολογικές τιμές 20-37 mm). Ακολούθως, ο ασθενής εισήχθη σε θάλαμο της Καρδιολογικής Κλινικής του ανωτέρω νοσοκομείου, με οπισθοστερνική δυσφορία που δεν υποχωρούσε κλινικά με νιτρώδη, παρόλο που παρουσίασε βελτίωση στα ηλεκτροκαρδιογραφήματα, δεδομένου ότι ο πόνος αρχικά υφέθη, εξακολουθούσε όμως να υφίσταται. Η αρτηριακή πίεση του, όταν εισήχθη στο νοσοκομείο ήταν 120/70 mmHg και όπως προκύπτει από την κάρτα νοσηλείας του στις 6 μμ ήταν 151/107 mmHg και στις 10 μμ ήταν 186/127 mmHg. Την επομένη ημέρα 6-3-2010 έγιναν περί ώρα 07.29 και 7.31 δύο ηλεκτροκαρδιογραφήματα, στα οποία διαπιστώθηκε βραδύς ιδιοκοιλιακός ρυθμός με μεγάλες "παύλες", ενδείξεις σοβαρής καρδιακής πάθησης και στις 08.00 λήφθηκε η πίεση του που ήταν 160/100 mmHg. Περί ώρα 09.30 ο ανωτέρω ασθενής απεβίωσε από καρδιακό επιπωματισμό, λόγω αυτόματης ρήξης διαχωριστικού ανευρύσματος αορτής και σχηματισμό αιμοπερικαρδίου, δεδομένου ότι συνέβη ρήξη της θωρακικής αορτής στο επίπεδο του αορτικού τόξου, διαστάσεων 3 εκατοστών περίπου, δημιουργία ενδοτοιχωματικού θρόμβου και τοπικού διαχωρισμού, ο οποίος ήταν επιμήκης, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. ...2010 ιατροδικαστική εξέταση του ιατροδικαστή της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης Π. Μ. (ο οποίος διευκρίνησε κατά την κατάθεση του στο ακροατήριο ότι στο συμπέρασμα της ως άνω έκθεσης του από παραδρομή αναγράφεται διαχωριστικό ανεύρυσμα της ανιούσας αορτής, ενώ στη σελίδα 2 της έκθεσης αναφέρεται στο ορθό αορτικό τόξο) και την από 5-10-2016 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της παθολογοανατόμου καθηγήτριας του Εργαστηρίου Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Α. Μ.. Πρέπει να αναφερθεί ότι το αρτηριακό ανεύρυσμα καλείται κάθε μη φυσιολογική διάταση του αγγείου, ενώ το διαχωριστικό ανεύρυσμα, όπως στην προκειμένη περίπτωση, δημιουργείται λόγω της ρήξης του τοιχώματος με σχηματισμό ενδοτοιχωματικού αιματώματος ή αιμορραγίας. Η απολογία συνήθως οφείλεται σε εκφύλιση του έσω χιτώνα και μεταξύ των παραγόντων αιτιοπαθογένειας είναι η διγλώχιν αορτική βαλβίδα, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, υπέρταση κ.α Στην προκειμένου δε περίπτωση επρόκειτο για διαχωριστικό ανεύρυσμα κατά Stanford Type Α, το οποίο αν δεν αντιμετωπισθεί χειρουργικά τις 3-4 ημέρες των συμπτωμάτων (βλ. από 14-10-2016 διευκρινιστικό έγγραφο της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης της παθολογοανατόμου Α. Μ., ως προς το χρόνο αντιμετώπισης του διαχωριστικού ανευρύσματος), η κατάληξη είναι ο θάνατος. Όπως προκύπτει από τις προαναφερθείσες εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης αφενός των καθηγητών Καρδιολογίας Γ. Μ. και Γ. Γ., αφετέρου της παθολογοανατόμου καθηγήτριας Α. Μ., η οποία προέβη σε ιστολογική εξέταση των ιστοτεμαχίων του θανόντος αλλά και από όσα κατέθεσε ο μάρτυρας κατηγορίας ιατροδικαστής Π. Μ. ενώπιον του Δικαστηρίου, ο χρόνος δημιουργίας της ρήξης (αρχικής στον έσω χιτώνα της αορτής στο επίπεδο του αορτικού τόξου) προσδιορίζεται περίπου σε 24 ώρες πριν από το θάνατο του ασθενούς (στην από 5-12-2012 πραγματογνωμοσύνη του Γ. Μ. αναφέρεται ότι ο αρχικός διαχωρισμός επισυνέβη λίγες ώρες πριν την εισαγωγή του ασθενούς στο νοσοκομείο). Στοιχείο που οδηγεί προς αυτή την κατεύθυνση, από τα νεκροτομικό ευρήματα, όπως κατατέθηκε από τον ιατροδικαστή Π. Μ., είναι η ύπαρξη θρόμβου. Ενόψει όσων, κατά τα ανωτέρω, αποδείχθηκαν ο θάνατος του ασθενούς Α. Σ., οφείλεται σε συγκλίνουσα αμέλεια των κατηγορουμένων, οι οποίοι αν και ήταν υπόχρεοι συνεπεία του επαγγέλματος τους σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή έχοντας τόσο από τις κείμενες διατάξεις περί ιατρικής δεοντολογίας όσο και από την έννομη θέση τους ως νοσοκομειακών ιατρών σε κρατικό νοσοκομείο που εφημέρευε, ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς παρεμπόδιση του εγκληματικού αποτελέσματος της ανθρωποκτονίας των ασθενών του νοσοκομείου από αμέλεια τους, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής που όφειλαν από τις περιστάσεις και μπορούσαν να καταβάλουν ως μέσοι συνετοί ιατροί με τις προαναφερόμενες ειδικότητες, δεν προέβλεψαν το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη τους και επέφεραν το θάνατο του ανωτέρω ασθενούς. Ειδικότερα, οι κατηγορούμενοι, έχοντας ενώπιον τους ασθενή καπνιστή, υπέρβαρο ο οποίος έπασχε από χρόνια υπέρταση, για την οποία δεν ελάμβανε φαρμακευτική αγωγή, ενώ αποκλείστηκε το έμφραγμα του μυοκαρδίου, που έθεσαν ως αρχική διάγνωση, αφού δεν υπήρξαν ευρήματα που να το τεκμηριώσουν (καρδιακά ένζυμα, τροπονίνη, καρδιογράφημα) και μολονότι στο πρώτο ηλεκτροκαρδιογράφημα στο οποίο υποβλήθηκε ο ασθενής εμφανίζονται ανασπάσεις και ελάχιστη διάταση της ρίζας της αορτής, ενώ η αρτηριακή πίεση του παρουσιάζει αυξητική πορεία και δεν ρυθμίστηκε με επαρκή αντιμετώπιση, ο πόνος είχε υφεθεί αλλά δεν είχε εκλείψει, αφού, όπως κατατέθηκε από την πολιτικώς ενάγουσα σύζυγο του θανόντος καθόλη τη διάρκεια της νοσηλείας του ο σύζυγος της εξακολουθούσε να τελεί υπό καθεστώς πόνου, όχι έντονου, και στα ηλεκτροκαρδιογραφήματα που έγιναν στις 6-3-2010, παρατηρείται βραδύς ιδιοκοιλιακός ρυθμός με μεγάλες "παύλες", δεν θέτουν, κατά την εισαγωγή αλλά ούτε και μετέπειτα, κατά τη διάρκεια νοσηλείας του ασθενούς, στη διάγνωση τους το διαχωρισμό της αορτής, από τους σημαντικότερους παράγοντες του οποίου είναι η υπέρταση, και δεν προβαίνουν στις κατάλληλες διαγνωστικές εξετάσεις. Η αξονική τομογραφία είναι η πλέον ακριβέστερη απεικονιστική μέθοδος και θα μπορούσε να διαγνώσει με απόλυτη ακρίβεια το διαχωρισμό της αορτής και ταυτόχρονα να καθορίσει τον τύπο, το μέγεθος, την έκταση και τις επιπλοκές του. Σε αξονική τομογραφία ανιούσας αορτής και αορτικού τόξου όφειλαν να υποβάλουν τον ασθενή, η οποία θα οδηγούσε σε ορθή διάγνωση και περαιτέρω εφαρμογή της ενδεδειγμένης θεραπείας, η οποία είναι χειρουργική (άμεση ή σε δεύτερο χρόνο) αλλά και συντηρητική, εξαρτώμενη από την εντόπιση του διαχωρισμού, την έκταση αυτού και τις επιπτώσεις του, η οποία θα μπορούσε να αποτρέψει ενδεχομένως την περαιτέρω επέκταση. Οι κατηγορούμενοι ενώ διενήργησαν υπερηχογράφημα καρδιάς, δεν συμπεριέλαβαν το αορτικό τόξο, μη θέτοντας στη διάγνωση τους καθόλου την υποψία διαχωρισμού και η ακτινογραφία στην οποία υποβλήθηκε ο ασθενής δεν ήταν επαρκής, δεδομένου ότι δεν περιελάμβανε και πλάγια ακτινογραφία. Ακόμη οι κατηγορούμενοι παρέλειψαν να λαμβάνουν την αρτηριακή πίεση και από τα δύο άκρα, αφού είναι διαφορετική, διότι η αορτή αποφράσσεται και έτσι η ροή είναι διαφορετική. Ο έλεγχος της αρτηριακής πίεσης στα δύο άνω άκρα, σύμφωνα με τα πορίσματα των εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης που διενήργησαν οι ανωτέρω ειδικοί καρδιολόγοι καθηγητές της Καρδιολογικής Κλινικής του ΑΠΘ, μπορούσε να διευκολύνει την υποψία αορτικού διαχωρισμού. Οι μάρτυρες Χ. Α. και Ε. Α. ιατροί καρδιολόγοι του Γενικού Νοσοκομείου Σερρών, κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι η πίεση του ασθενούς μετρήθηκε και από τα δύο χέρια. Οι καταθέσεις τους όμως αυτές δεν κρίνονται πειστικές δεδομένου ότι δεν επιβεβαιώνονται από τον ιατρικό φάκελο του ασθενούς στον οποίο αναγράφονται οι τιμές της πίεσης και οι μάρτυρες υπεράσπισης νοσηλεύτριες της Καρδιολογικής Κλινικής του ίδιου νοσοκομείου Ο. Κ. και Α. Τ., κατέθεσαν ότι όταν δοθεί εντολή από τον ιατρό και μετρήσουν την πίεση στα δύο χέρια, τότε γίνεται σχετική σημείωση στο φύλλο νοσηλείας του ασθενούς και η δεύτερη επίσης κατέθεσε ότι η ίδια δεν είχε εντολή να λάβει πίεση από τα δύο χέρια και έλαβε μόνο από το ένα χέρι το βράδυ της 5-3-2010. Οι κατηγορούμενοι επιπροσθέτως χορήγησαν στον ασθενή Salospir, το οποίο είναι αντίθετο στη θεραπεία διαχωρισμού και έχει αρνητική επίδραση. Με τις από 3-1-2012 και από 5-4-2012 εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης οι ειδικοί καρδιολόγοι - καθηγητές Καρδιολογίας Γ. Γ. και Γ. Μ. αντίστοιχα, τεκμηριώνουν κατά τρόπο επιστημονικό και εμπεριστατωμένο, τις παραλείψεις των κατηγορουμένων θεραπόντων ιατρών, εφόσον δεν έθεσαν την υποψία ύπαρξης διαχωρισμού της αορτής ( στο επίπεδο του αορτικού τόξου) που θα μπορούσε στη φάση της εισαγωγής του ήδη αποβιώσαντος, μετά τον αποκλεισμό του εμφράγματος μυοκαρδίου, να οδηγήσει στη σωστή διάγνωση και στην όποια απόφαση παρέμβασης για την αποκατάσταση του, και τούτο ανεξαρτήτως της πιθανότητας θνησιμότητας κατά τη χειρουργική επέμβαση, που παρατηρείται σε ορισμένες περιπτώσεις, εφόσον επιλεγεί η χειρουργική μέθοδος, αφού στην εξεταζόμενη περίπτωση δεν διαγνώσθηκε ο αορτικός διαχωρισμός και η ρήξη, που οδήγησαν τον ασθενή στο θάνατο. Ως εκ τούτου η μη διάγνωση των κατηγορουμένων ιατρών του διαχωρισμού και της ρήξης της αορτής (στο επίπεδο του αορτικού τόξου) και του διαχωριστικού ανευρύσματος, που δημιουργήθηκε, οφείλεται στην παράλειψη της κλινικής υποψίας των κατηγορουμένων, οι οποίοι δεν διερεύνησαν περαιτέρω το θωρακικό πόνο με αξονική τομογραφία ανιούσας αορτής και αορτικού τόξου, ώστε να τεθεί η ορθή διάγνωση, αφού η αξονική τομογραφία αποτελεί τον ασφαλέστερο διαγνωστικό κανόνα για τη διάγνωση του αορτικού διαχωρισμού. Τα ανωτέρω επιβεβαιώθηκαν και από την κατάθεση του ιατροδικαστή της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης, Π. Μ., ο οποίος με αναλυτικό και τεκμηριωμένο τρόπο επισήμανε τις παραλείψεις των κατηγορουμένων. Οι τελευταίοι όφειλαν και μπορούσαν να θέσουν στη διαφορική τους διάγνωση το διαχωρισμό, αφού είχαν τα προαναφερθέντα στοιχεία τα οποία τους οδηγούσαν προς αυτή την κατεύθυνση. Οι καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης ιατρών Χ. Α., Ι. Φ., Ε. Α., οι οποίοι επέμεναν αναιτιολόγητα ότι ουδεμία παράλειψη βαραίνει τους κατηγορουμένους και η ρήξη επήλθε την ώρα της κατάρρευσης του ασθενούς στις 6-3-2010, δεν δύνανται να αποδυναμώσουν τα παραπάνω αποδεικτικό στοιχεία. Κατόπιν όλων αυτών πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι οι κατηγορούμενοι για την πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια του Α. Σ., κατ’ επιτρεπτό ακριβέστερο προσδιορισμό των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν τον τρόπο τελέσεως της πράξεως, κατά τα προκύψαντα από την αποδεικτική διαδικασία (ΑΠ 1438/2001 δημ. Νόμος)." Όπως όμως προκύπτει από την παραδεκτή για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλομένης απόφασης, αν και στο προοίμιο του σκεπτικού αυτής αναφέρεται ότι, εκτός των άλλων αποδεικτικών μέσων, ελήφθησαν υπόψη η από 5-10-2016 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της παθολογοανατόμου καθηγήτριας του Εργαστηρίου ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Α. Μ. καθώς και το από 14-10-2016 διευκρινιστικό της ως άνω πραγματογνωμοσύνης έγγραφο της ίδιας πραγματογνώμονα, τα έγγραφα αυτά δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο των αναγνωσθέντων στο ακροατήριο μετά την εξέταση των μαρτύρων κατηγορίας εγγράφων ούτε προκύπτει ότι αναγνώσθηκαν σε κάποιο άλλο στάδιο της συζήτησης της ένδικης υπόθεσης. Εξάλλου, τα συγκεκριμένα έγγραφα δεν είναι διαδικαστικά, δεν αποτελούν στοιχεία του κατηγορητηρίου ή το υλικό αντικείμενο του εγκλήματος και δεν αναφέρονται διηγηματικά στην προσβαλλόμενη απόφαση, το δε περιεχόμενο τους στο σύνολο του, ενόψει και του ότι πρόκειται περί δύο εγγράφων (πραγματογνωμοσύνης και διευκρινιστικού αυτής εγγράφου) δεν προκύπτει από άλλο αποδεικτικό μέσο, έτσι ώστε οι κατηγορούμενοι ή οι συνήγοροι τους να είχαν τη δυνατότητα να λάβουν γνώση αυτού και να προβούν σε δηλώσεις, παρατηρήσεις και εξηγήσεις σχετικές με τα έγγραφα αυτά, σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 358 ΚΠΔ. Σημειωτέον ότι στο προπαρατεθέν σκεπτικό της προσβαλλομένης απόφασης γίνεται επανειλημμένα μνεία των εν λόγω μη αναγνωσθέντων εγγράφων, τα οποία προκύπτει αναμφίβολα ότι αξιοποιήθηκαν αποδεικτικά για τη διαμόρφωση της περί ενοχής των κατηγορουμένων-αναιρεσειόντων κρίσης του Δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο, με τη συμπροσβαλλόμενη ανωτέρω αναβλητική απόφαση του, είχε παραγγείλει τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης από την προαναφερθείσα παθολογοανατόμο, ενώ, εξάλλου, η ανάγνωση τους δεν προκύπτει ούτε από το όλο περιεχόμενο της απόφασης και ειδικότερα τις καταθέσεις των μαρτύρων Π. Μ. και Γ. Κ., λαμβανομένων υπόψη στο σύνολο τους, με αποτέλεσμα να έχει προκληθεί έτσι απόλυτη ακυρότητα κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, κατά το βάσιμο περί τούτου, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ ΚΠΔ, προβαλλόμενο από αμφότερους τους αναιρεσείοντες σχετικό λόγο αναιρέσεως, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η ανωτέρω πλημμέλεια. Μετά ταύτα, δεκτού καθισταμένου του ως άνω λόγου αναίρεσης και παρελκούσης της έρευνας των λοιπών (προσθέτων) λόγων, πρέπει να γίνουν δεκτές οι κρινόμενες αιτήσεις, να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση στο σύνολο της και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (αρθρ. 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 3504/2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Θεσσαλονίκης.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 24 Ιανουαρίου 2018.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 26 Ιανουαρίου 2018.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                                                                                                                                                       Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ